“Αἱ περὶ τοῦ δικαίου διατάξεις αἱ περιορίζουσαι τὸν τόκον μέχρι τοῦ διπλασιασμοῦ ἀπρακτοῦσι παρ’ ἡμῖν, οὐ μόνον ὡς ἀντικείμεναι εἰς τὰς νεωτέρας ἡμῶν συνηθείας καὶ ἕξεις, τὴν διοργάνωσιν τῶν νεωτέρων κοινωνιῶν καὶ τὰς ἀρχὰς τῆς πλουτολογικῆς ἐπιστήμης, ἀλλὰ καὶ ὡς ἀπάδουσαι εἰς τὰς βάσεις, ἐφ’ ὧν στηρίζονται οἱ νεώτεροι ἡμῶν νόμοι…. δι’ ὧν ρητῶς ἐπιτρέπεται ἡ λῆψις τόκου καὶ ὑπὲρ τὸ διλπάσιον τοῦ κεφαλαίου…”   . Ἀπὸ σχόλιο τοῦ νομικοῦ τοῦ 19ου αἰώνα Θεόδωρου Φλογαΐτη στὴν ἔκδοση τῆς “Ἑξαβίβλου” τοῦ Ἀρμενόπουλου. Μέχρι τὸ 1946 ποὺ ὁριστικοποιήθηκε ἡ ἰσχὺς τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα, τὸ Ἀστικὸ Δίκαιο βασιζόταν στη νομοθεσία τοῦ Βυζαντίου, τὸ λεγόμενο “Βυζαντινο-ρωμαϊκὸ Δίκαιο” (ΒΡΔ), ἡ ὁποία έπισήμως ἐπανῆλθε σὲ ἰσχὺ στὸ ἐλεύθερο ἑλληνικὸ κράτος μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση. Τὸ ρόλο τοῦ “Ἀστικοῦ Κώδικα” ἔπαιζε ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα ἡ “Ἐξάβιβλος” τοῦ δικαστῆ Θεσσαλονίκης τοῦ 14ου μ. Χ.  αἰώνα Κωνσταντίνου Ἀρμενόπουλου (1320-1385). Ὁ ὁποῖος εἶχε ἐπιχειρήσει να κωδικοποιήσει τοὺς βασικοὺς αὐτοκρατορικοὺς νόμους οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὴν πιὸ συχνὴ ἐφαρμογή.  

Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα κάνει ἐπίκαιρο τὸν πιὸ πάνω σχολιασμὸ στὶς περὶ τόκου περιοριστικὲς διατάξεις, οἱ ὁποῖες μὲ ἐπιρροὴ τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, ἴσχυαν στὴν καθ’ ἡμᾶς Ρωμανία. Δὲν ἴσχυε ἡ πλήρης ἀπαγόρευση τοῦ τοκισμοῦ ποὺ ὑπῆρχε στὴ Δύση, ὅπου Χριστιανοὶ ἀπαγορευόταν νὰ δανείζουν με τόκο. Ὅμως, ὑπῆρχαν σημαντικοὶ περιορισμοί: ἡ πλήρης ἀπαγόρευση τοῦ ἀνατοκισμοῦ καὶ ἡ ἀπαγόρευση τοῦ τοκισμοῦ πέρα ἀπὸ τὸν διπλασιασμὸ τῆς ὀφειλῆς.

Συγκεκριμένα:

«Δὲν ζητεῖται διάφορον εἰς διάφορον, δηλαδὴ τόκου τόκος, ἀλλ’οὐδὲ διάφορον ἀσυμφώνητον, τουστέστιν ἐὰν δὲν ἔκαμαν συμφωνίας εἰ την ἀρχὴν τῆς ὑποθέσεως.

Ὅταν τὸ διάφορον περάση τὸ κεφάλαιον, τότε παύει τὸ διάφορον.» (Μετάφραση στὴ νεοελληνικὴ τοῦ Ἀλεξίου Σπανοῦ τοῦ ἐξ Ἰωαννίνων μὲ προτροπὴ καὶ δάπάνη τοῦ Μητροπολίτη Ἡακλείας Γερασίμου, τυπωμένο στὸ ἑλληνικὸ τυπογραφεῖο τοῦ Γλυκῦ στὴ Βενετία τὸ 1744). Στὰ πλαίσια τῆς δικαστικῆς ἐξουσίας ποὺ εἶχαν οἱ Μητροπολίτες τὸν καιρὸ τῆς τουρκοκρατίας, ἦταν σὲ χρήση καὶ τότε ἡ Ἑξάβιβλος, ὅταν τοῦτο ἐπιτρεπόταν.

Γιὰ ἕνα διάστημα ἴσχυσε καὶ ἡ Νεαρὰ τοῦ Λέοντος ΣΤ’ (τοῦ Σοφοῦ), κατὰ τὴν ὁποία ἀπαγορεύτηκε πλήρως ὁ ἔντοκος δανεισμός:

«Ἐὰν εἰς πολλοὺς τοὺς πρὸ ἡμῶν Βασιλεῖς, ἐφάνη δεκτὸν καὶ δίκαιον ἡ πληρωμὴ τῶν τόκων, ἀλλ’ ἴσως διὰ τὴν σκληρότητα καὶ ὠμότητα τῶ δανειστῶν. Ὅμως, ὡς ἀνάξιον τῆς πολιτείας ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν, ἐκρίναμεν νὰ λείπῃ παντελῶς ἀπὸ τὴν χριστιανικὴν πολιτείαν, ὡσὰν ὁποῦ εἶναι κεκωλυμένη καὶ ἐμποδισμένη ἀπὸ τοὺς θείους νόμους.»    

 

Ποιὰ εἶναι ἡ “πλουτολογικὴ ἐπιστήμη;” “Πλουτολογία” ἦταν ὁ ὅρος ποὺ προτιμοῦσε, σὲ σχέση με αὐτὸν τῆς “πολιτικῆς οἰκονομίας” ποὺ ἔχει ἐπικρατήσει σήμερα,  ὁ καθηγητὴς Πολιτικῆς Οἰκονομίας τοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἰωάννης Σοῦτσος, ποὺ δίδαξε πάνω ἀπὸ πενήντα χρόνια, μέχρι τὸ θανατό του τὸ 1890.. Τὴν ὁρολογία αὐτὴ χρησιμοποιεῖ ὁ Φλογαΐτης. Σύμφωνα μὲ τὸ λεξικό“πλουτολογία” εἶναι “παλαιότερη ὀνομασία τῆς πολιτικῆς οἰκονομικής ἐπιστήμης ποὺ ἔχει ἀντικείμενο μελέτης τὴν ἀπόκτηση, διάθεση καὶ ἀνταλλαγὴ τοῦ πλούτου μὲ σκοπὸ τὴν παροχὴ τῶν οἰκονομικῶν μέσων γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἀνθρώπινων ἀναγκῶν”.

Ὁ Σοῦτσος εἶχε ἐπηρεαστεῖ ἀπὸ τὶς πρῶτες θεωρίες τοῦ οἰκονομικοῦ φιλελευθερισμοῦ τοῦ Ἄνταμ Σμὶθ καὶ τοῦ Ἰταλοῦ Πελεγκρίνο.

Αὐτὸ ποὺ ὁ Φλογαΐτης ἐπειχειρεῖ νὰ περιγράψει ὡς “ἕξεις” καὶ “συνήθειες” τῆς σύγχρονης ἐποχῆς χωρὶς νὰ τὸ κατονομάζει, εἶναι ὁ πρακτικὸς ὑλισμὸς ὁ ὁποῖος θέτει ὡς πρώτη προτεραιότητα τὴν ἀπόκτηση πλούτου, γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου οἱ ὅποιες ἀναφορὲς τῆς νομοθεσίας στὴ χριστιανικὴ διδασκαλία ἔπρεπε νὰ μποῦν στὴν ἄκρη.

Μὲ τὸ τότε ἰσχῦον καθεστώς, ἔπρεπε νὰ αἰτιολογηθεῖ ἡ ὅποια άπόκλιση ἀπὸ τὸ δίκαιο τῆς Ἑξαβίβλου. Ἔτσι προέκυψε καὶ ὁ σχολιασμὸς στὶς περὶ τόκου διατάξεις της (Βιβλίο Γ’ τίτλος Ζ’ -“Περὶ Τόκου”)

Ἂν ὁ τόκος σὲ μέγεθος δὲν ἔχει πλέον περιορισμό, ὁ ἀνατοκισμὸς (ἡ μετατροπὴ σὲ κεφάλαιο τοῦ ὀφειλόμενου τόκου, ὁ ὁποῖος τοκίζεται μὲ τὴ σειρά του) ἐξακολουθεῖ νὰ ἀπαγορεύεται μεταξὺ ἰδιωτῶν. Ἤδη ἀπὸ τὸν 19ο αἰώνα, εἶχε ἀρχίσει κατ’ ἐξαίρεση νὰ ἐπιτρέπεται στὴν Ἐθνικὴ Τράπεζα. Σήμερα, ἐπιτρέπεται σὲ ὅλες τὶς Τράπεζες, οἱ ὁποῖες μποροῦν καὶ νὰ δανείζουν μὲ ἐπιτόκιο πάνω ἀπὸ τὸ ἰσχύον ἐπιτόκιο ὑπερημερίας. Μὲ ἀποτελέσματα θηριώδη ὑπερκέρδη δυσανάλογου ὕψους σὲ σχέση μὲ τὶς δικές τους παροχές.

Ἔτσι, οἱ “ἕξεις” τῆς σύγχρονης ἐποχῆς ἀπομακρύνονται ἀκόμα περισσότερο ἀπὸ τὴν “πολιτικὴ οἰκονομία” τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ ἰδίως μὲ τὶς νεοφιλελεύθερες “ἕξεις” τοῦ τέλους του 20οῦ καὶ τοῦ 21ου αἰώνα νὰ ἐκτροχιάζονται σὲ ἀκόμα πιὸ ἀπάνθρωπες καὶ ἀντιχριστιανικὲς κατευθύνσεις, ἀποκλίνοντας στὸ ἔπακρο ἀπὸ τὴν “πολιτικὴ οἰκονομία” τοῦ Εὐαγγελίου, στὸ ὄνομα τῆς θεοποίησης τοῦ κέρδους τῶν Τραπεζιτῶν.

Ἡ σημερινὴ ὑπερχρέωση κρατῶν καὶ νοικοκυριῶν, προϊὸν τῶν “ἕξεων” καὶ “συνηθειῶν” τοῦ σύγχρονου κόσμου κάνει ἐπίκαιρους τοὺς περιορισμοὺς τοῦ Βυζαντινορωμαϊκοῦ Δικαίου. Οἱ ὁποῖοι θὰ μποροῦσαν νὰ λειτουργήσουν ἐξυγειαντικά ὡς μιὰ μορφὴ “Σεισάχθειας”.

.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *
You may use these HTML tags and attributes: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>