
του Γιάννη Καρανικόλα
Το Πάσχα για εμάς τους χριστιανούς είναι το κορυφαίο γεγονός, ή ορθότερα ο κορυφαίος κύκλος γεγονότων για όλη την χρονιά. Η Ανάσταση του Χριστού είναι αυτή που νοηματοδοτεί την πίστη μας σε Αυτόν, ειδάλλως όλα τα υπόλοιπα, όλα τα «γύρω-γύρω» είναι μάταια (Α΄ Κορ. 15-20). Το γένος μας αγκάλιασε το ευαγγελικό μήνυμα και μαζί του το «καινόν Πάσχα» από τους πρώτους αιώνες μετά τον Χριστό. Σήμερα, εξακολουθεί να είναι η κορυφαία εορτή για όλους τους Έλληνες. Βεβαίως σήμερα, και αφού μεσολάβησε ο θάνατος του Θεού, η υπέρβαση της σπάνης των αγαθών και η εδραίωση της
αστυφιλίας, τόσο το Πάσχα όσο και οι περισσότερες εκδηλώσεις της Εκκλησίας περάσαν στην σφαίρα του εθίμου.
Είναι φανερό ότι στις μέρες μας η φολκλορική αντίληψη κυριαρχεί στους περισσότερους Έλληνες, οι οποίοι τείνουν να ταυτίσουν τα λαϊκά έθιμα περί Πάσχα με το ίδιο το γεγονός του Πάσχα. Νομίζω ξεχνάμε πολλές φορές μέσα στην ελληνορθόδοξη οίησή μας ότι ο κόσμος αγνοεί πλήρως πως κηρύττουμε Χριστό «Ἐσταυρωμένο, Ἀναστάντα καὶ Ἀναληφθέντα».
Όλα τα πιο πάνω γράφονται από το νησί της Κύθνου, τα «Θερμιά». Η ονομασία της αυτή οφείλεται στις θερμές πηγές που υπάρχουν μέχρι και σήμερα στον όρμο των Λουτρών. Τα λουτρά της Κύθνου απολάμβανε ο βασιλιάς Όθωνας και η βασίλισσα Αμαλία (1837-1862). Από εκείνη την εποχή έως τα σήμερα, ο Νεοέλληνας γεννιέται μέσα σε ένα κράτος γεμάτο αντιφάσεις: Θεός-Ορθός Λόγος, Ανατολή-Δύση, Παράδοση-Εκσυγχρονισμός, Αθήνα-Περιφέρεια, Ομορφιά-Τουρισμός και άλλες συμπληγάδες ων ουκ έστιν αριθμός. Ζήτημα αν ποτέ καταφέραμε να τις συνθέσουμε και όχι να συντριβούμε σε αυτές.
Το βέβαιο είναι πως το χωριό της Δρυοπίδας σαν να αποκτά λίγη παραπάνω ζωή αυτές τις ημέρες. Εξάλλου, ένα νησί με 1.568 κατοίκους (Απογραφή 2021) και δύο ώρες απόσταση από το λιμάνι του Λαυρίου, είναι σίγουρα μια πιο υποφερτή κατάσταση σε σχέση φερ’ ειπείν με νησιά της Δωδεκανήσου. Τότε όμως προκύπτει το βασανιστικό -όχι για τις πολιτικές ελίτ- ερώτημα: Γιατί δεν έρχονται περισσότεροι άνθρωποι να μείνουν μόνιμα; Γιατί δεν γυρίζουμε στα χωριά μας,
να ξεφύγουμε επιτέλους από την τρέλα της Αθήνας; Αλλά και γιατί τελικά σε κάθε διακοπές επιστρέφομε στους τόπους καταγωγής μας εν είδει προσκυνήματος;
Ίσως διότι τελικά κάτω από το φολκλόρ και τις επιτελέσεις της παράδοσης, κάτω από τα «άσπρα σπιτάκια» των Κυκλάδων, στην νεκρή πια ελληνική ύπαιθρο, ζει ένα πλούσιο υπόστρωμα. Παρά την επέλαση
της Νεωτερικότητας και με μπροστάρη την ελληνική -ιδιωτική- τηλεόραση, οι άνθρωποι εδώ παραμένουν όντως πιο απλοί. Πιο απλοί τις σκέψεις, στα έργα και στα λόγια. Σε καμία περίπτωση εδώ δεν θέλω να συμμεριστώ την ρομαντική αντίληψη σύμφωνα με την οποία οι παππούδες μας ζούσανε και συντηρούσανε έναν παράδεισο, ενώ κάποια στιγμή ως δια μαγείας ήρθε το άστυ και τα παιδιά της πόλης για να εξορίσουν το ανθρώπινο γένος «από την ελληνική ύπαιθρο και τις κοινότητες των Ελλήνων». Αυτά τα τελευταία πεθάναν σε μεγάλο βαθμό για αντικειμενικούς λόγους και με κάποια υπαιτιότητα των
ίδιων των εκεί ανθρώπων.
Από την άλλη, η πολύπλοκη σκευή με την οποία γεννιόμαστε εμείς οι σύγχρονοι αστικοί άνθρωποι είναι μια κατάκτηση, και η Εκκλησία θα βρίσκει (;) τον τρόπο να μεταφράζει το Ευαγγέλιο και σε εμάς.
Όμως ευρισκόμενος (και με την ιδιότητα του ψάλτη) για την Μεγάλη Εβδομάδα σε ένα μικρό νησί, πιστεύω ότι αυτό που ονομάζουμε -πολλές φορές υποτιμητικά- «λαϊκή ευσέβεια», διασώζει κάτι από το ήθος του Ευαγγελίου και πιο συγκεκριμένα από το ήθος των Μυροφόρων. Σε μικρότερο σίγουρα βαθμό, αλλά μετά βεβαιότητας οι αμόρφωτες γυναίκες που ευλαβικά έρχονται πρωί και απόγευμα στον ναό, θυμίζουν κάτι από εκείνες τις γυναίκες οι οποίες στάθηκαν οι πλέον θαρραλέες μετά τον εξευτελιστικό θάνατο του Κυρίου. Εκείνες που κινούμενες από άσβεστη αγάπη και όχι από κάποιον πειστικό συλλογισμό πήγαν να κάνουν το πλέον παράλογο: να αλείψουν το σώμα του νεκρού τους δασκάλου, αφού πρώτα μετακινήσουν έναν αμετακίνητο λίθο, φρουρούμενο από δεκάδες Ρωμαίους στρατιώτες.
Και ω του θαύματος, πρώτες αυτές μαρτύρησαν τον Αναστημένο Χριστό και τον λίθο αποκεκυλισμένο. Χριστός Ανέστη!
Τη στήλη υπογράφουν: «Νεολαία της ΧΔ κατά του Νεοφιλελευθερισμού». Ήτοι, με αλφαβητική σειρά: Γιώργος Ιατρού,
Γιάννης Καρανικόλας, Λευτέρης Λιτσάκος, Παύλος Παυλίδης, Γιώργος-Νεκτάριος Παναγιωτίδης, Βασίλης Σπυρόπουλος,
Γιώργος Χαλοφτίδης-Πουλιώνης