Κάθε κατηγορούμενος απολαμβάνει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι να ολοκληρωθεί η δίκη του, με βάση θεμελιώδη αρχή του σύγχρονου Ποινικού Δικαίου. Κατά συνέπεια,ο κανόνας είναι, η στέρηση της ελευθερίας να επέρχεται ως ποινή, εφόσον αυτό κριθεί τελεσίδικα από δικαστική απόφαση. Κατ’ εξαίρεση, πριν τη δίκη μπορεί να υπάρξει προσωρινή κράτηση εάν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής και ο κατηγορούμενος είναι ύποπτος φυγής ή τέλεσης νέων αδικημάτων. Και τούτο εφόσον κριθεί ότι δεν επαρκούν, ή δεν μπορούν να επιβληθούν περιοριστικοί όροι. Κατά συνέπεια, δεν είναι ορθό η προσωρινή κράτηση (“προφυλάκιση” παλαιότερα), να αντιμετωπίζεται ως “τιμωρία” του κατηγορουμένου, αφού αυτός μόνον αφού δικαστεί μπορεί να τιμωρηθεί. Όση αγανάκτηση και αν προκαλεί στο κοινό αίσθημα η συμπεριφορά του, όπως αυτή για την οποία κατηγορείται ο προβεβλημένος ποινικολόγος. Το ζήτημα αλλάζει όμως, ιδίως εφόσον η ήδη καθ΄ ομολογία του κακοποιημένη σύζυγός του, δικαιολογημένα εξακολουθεί να τον φοβάται και έχει ανάγκη την προστασία της αστυνομίας. Αν έχουν έτσι τα πράγματα, συντρέχει λόγος προσωρινής κράτησης, που προσιδιάζει σε κατηγορούμενο ύποπτο τέλεσης νέων αδικημάτων.   

Η πολύκροτη υπόθεση ανέδειξε τη σημασία που έχει να καταγγέλλονται οι πράξεις κακοποίησης, αποτέλεσμα ενδοοικογενειακής βίας. Να μην ανακυκλώνεται και γιγαντώνεται η δυστυχία, με πράξεις ειδεχθείς πίσω ἀπὸ “κλειστά παράθυρα”. Η συγκάλυψη, πέρα από τα σωματικά και ψυχικά τραύματα, ακόμα και στο “μοιραίο” μπορεί να οδηγήσει.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *
You may use these HTML tags and attributes: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>