
- ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΕ “ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΙΚΗ” ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Θα επαναλάβουμε για πολλοστή φορά ότι η κατάρρευση του συνασπισμού των χωρών του λεγόμενου “υπαρκτού Σοσιαλισμού” και το τέλος του “Ψυχρού Πολέμου” ήταν μια μοναδική ευκαιρία για την εδραίωση της παγκόσμιας ειρήνης και της οριστικής απομάκρυνσης της απειλής της καταστροφής του κόσμου από πυρηνικό ολοκαύτωμα. Και έρχεται ο κ. Δένδιας, υπουργός άμυνας της Ελλάδας, μιλώντας σε εκδήλωση του 6ου “Φόρουμ των Δελφών” στην Ουάσιγκτον στις 10-11 Φεβρουαρίου, να ισχυριστεί το αντίθετο, σε πείσμα της κοινής λογικής:
“Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο κόσμος πέρασε από μια διπολική σε μια πολυπολική τάξη πραγμάτων..[ωστόσο]…η αισιόδοξη προοπτική δεν υλοποιήθηκε…[υπήρξε] …λάθος εκτίμηση πως η Ρωσία θα μπορούσε να ενσωματωθεί στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας…[με αποτέλεσμα] να συνειδητοποιούμε τώρα ότι ο κόσμος που νομίζαμε πως υπάρχει, έχει εξαφανιστεί”.
Η πραγματικότητα διαψεύδει τον κ. Δένδια. Η Ρωσία μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, πέρασε μια δεκαετία παρακμής υπό τον Μπόρις Γιέλτσιν, κατά την οποία η πολιτική και οικονομική της αδυναμία την καθιστούσε υπάκουο συνεταίρο της Δύσης. Καμμία αντίδραση δεν πρόβαλε στη σταδιακή ένταξη στο ΝΑΤΟ χωρών του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας, ακόμα και πρώην Σοβιετικών Δημοκρατιών. Επί Γέλτσιν, υπήρξε άγρια καταστολή της εξέγερσης στην Τσετσενία, αυτόνομης περιοχής της Ρωσίας, χωρίς αυτός να στοχοποιηθεί από τα δυτικά ΜΜΕ.
Το πρόβλημα άρχισε να δημιουργείται το 2008 και μετά, όταν οι δυτικοί με αιχμή τη φιλοπόλεμη φράξια του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ, εκφραστές της οποίας ήταν το ζεύγος Κλίντον και ο Μπαράκ Ομπάμα, επιχείρησαν να θέσουν την Ουκρανία υπό τον έλεγχό τους. Πολιτική που συνέχισε ο Τζο Μπάιντεν, που ήταν αντιπρόεδρος του Ομπάμα. Και ακολουθήθηκε από την προεδρία του Τζορτζ Μπους του νεώτερου, ο αντιπρόεδρος του οποίου και εκπρόσωπος της αντίστοιχης φράξιας των Ρεπουμπλικάνων, συμμάχησε με την Καμάλα Χάρις στις τελευταίες εκλογές.
Χωρίς την επέμβαση αυτή, μπορούσε η Ουκρανία να είχε επιβιώσει στα σύνορά της του 2014, υπό τον όρο της ουδετερότητας και της ανεκτικότητας στις διαφορετικές εθνικές, πολιτιστικές και γλωσσικές παραδόσεις των κατοίκων της. Αλλά και στην οικονομική πραγματικότητα, αφού ιδίως οι ανατολικές περιοχές ανέκαθεν συνδέονταν όχι μόνο γμωσσικά, ιστορικά και πολιτιστικά, αλλά και οικονομικά με τη Ρωσία.
Αντίθετα, το δυτικό τμήμα γύρω από το Λβίβ, ήταν προσανατολισμένο στην κεντρική Ευρώπη, αφού επί αιώνες κατεχόταν από Πολωνούς και Αυστριακούς. Η περιοχή ήταν λίκνο της Ουνίας και του ουκρανικού εθνικισμού με έντονη αντιρωσική χροιά, όπως και σκληροτράχηλων ακροδεξιών ομάδων συνεργατών των ναζί, επίγονοι των οποίων ελέγχουν την πολιτική ζωή στην Ουκρανία μετά το 2014. Η σε άλλες περιπτώσεις λαλίστατη προπαγάνδα των συστημικών ΜΜΕ σιωπά, παρά το γεγονός ότι οι ουκρανικές αρχές, υπό την επίδραση του ακραίου αντιρωσικού εθνικισμού, έχουν καταστήσει εθνικούς ήρωες τον Στεπάν Μπαντέρα και τα ουκρανικά Ες Ες. Οι ομάδες Μπαντέρα εξόντωσαν από 30 έως 100 χιλιάδες Πολωνούς κατά την γερμανική κατοχή, όπως και Εβραίους.
Το Κίεβο ήταν η πρωτεύουσα της αρχαίας Ρως, κοινού λίκνου των τριών ανατολικοσλαβικών λαών της σημερινής Ρωσίας, Λευκορωσίας και Ουκρανίας. Οι λαοί αυτοί έχουν κοινή ρίζα και σημείο αναφοράς το κράτος αυτό και τον πολιτισμό του. Διαφοοποιήθηκαν στη συνέχεια μεταξύ τους για ιστορικούς λόγους, αλλά οι σύγχρονες γλώσσες τους έχουν κοινά σημεία και είναι ως ένα βαθμό κατανοητές μεταξύ τους.
Ενώ ο σκληροπυρηνικός ουκρανικός εθνικισμός επιδιώκει να ακυρώσει κάθε κοινό σημείο με τη Ρωσία, ο αντίστοιχος ρωσικός που αναπτύσσεται, αρνείται κάθε ιδιοπροσωπία στους λαούς αυτούς. Και οι δύο απόψεις είναι ανιστόρητες. Τα κοινά σημεία αναφοράς είναι αναντίρρητα, όπως και οι διαφοροποιήσεις που ακολούθησαν.
Παρά τα όσα ανυπόστατα ισχυρίζεται ο Δένδιας, και επί Βλαντίμιρ Πούτιν η Ρωσία κατέβαλε προσπάθειες συμβιβαστικής λύσης, ιδίως με τις συμφωνίες του Μινσκ που προέβλεπαν ευρεία αυτονομία στις ανατολικές περιοχές. Όμως, οι Δυτικοί ομολογούν ανοικτά ότι ενώ τις συνυπέγραψαν, δεν είχαν σκοπό να τις εφαρμόσουν, παρασύροντας και τις ουκρανικές κυβερνήσεις στην ολέθρια αυτή κατεύθυνση. Με τις συμφωνίες του Μινσκ θα είχε λήξει ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε το 2014 και θα είχε διαφυλαχθεί η ακεραιότητα της Ουκρανίας.
Από κάθε άποψη, η “μετριοκρατία” των ηγεσιών της Δύσης πήρε στο λαιμό της τους Ουκρανούς. Απέτρεψε τη λύση των συμφωνιών του Μινσκ και τους εξώθησε σε αναίτιο αιματοκύλισμα, εξωθώντας και τη Ρωσία, η οποία ενεπαίχθη, να κλιμακώσει η ρήξη -που ήδη ενδημούσε ως πολύνεκρος εμφύλιος πόλεμος, με τη στρατιωτική εισβολή του 2022. Μια εξέλιξη άκρως δυσμενής για την Ελλάδα, αφού μετά την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία, το Ουκρανικό επιλύεται στη βάση της αλλαγής συνόρων και της πολεμικής ισχύος και όχι του Διεθνούς Δικαίου, όπως θα είχε γίνει αν είχαν εφαρμοστεί οι συμφωνίες του Μινσκ.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο Ντόναλντ Τράμπ έχει απόλυτο δίκαιο χαρακτηρίζοντας ανόητο και αναίτιο τον πόλεμο στην Ουκρανία. Και από την πλευρά της χώρας του, πολύ καλά κάνει και εξοικονομεί πόρους που κατέληγαν στο διεφθαρμένο ουκρανικό καθεστώς και στις πολεμικές βιομηχανίες.
Όμως, τώρα που τελειώνει η σύγκρουση στην Ουκρανία, πρέπει κάποιος να συνεχίζει να σιτίζει το “στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα”, για την επικίνδυνη πολιτική επιρροή του οποίου έκανε πρώτος λόγο ο αμερικανός Πρόεδρος Άιζενχαουερ, παραδίδοντας την εξουσία το 1960. Έτσι, καλλιεργώντας το αφήγημα της ρωσοφοβίας, προετοιμάζουν τη διαιώνιση ενός νέου τύπου “Ψυχρού Πολέμου”, προκειμένου να επινοήσουν νέους κινδύνους και να δικαιολογήσουν επιπλέον εξοπλιστικές δαπάνες. Τις οποίες ο κ. Τραμπ επιδιώκει να φορτώσει στα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ από την Ευρώπη. Έχοντας και την πίτα (της εξοικονόμησης των δαπανών της χώρας του) ολάκερη, και το σκύλο (του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος) χορτάτο με τα δικά μας λεφτά.
Ο κ. Μητσοτάκης, πάντοτε πρόθυμος, πρωταγωνιστεί σ’ αυτή τη γραμμή, μαζί με τον Πολωνό ομόλογό του Ντόναλντ Τουσκ, άνθρωπο των Βρυξελλών.
Ο κ. Δένδιας, μιλώντας σε κοινό αμερικανικό, επιχείρησε να επιχειρηματολογήσει για ποιο λόγο η Ελλάδα είναι πιο αξιόπιστος σύμμαχος για τις ΗΠΑ σε σχέση με την Τουρκία, θέτοντας το ερώτημα: “Τι εννοούμε με το ‘εμείς’; Ποιοι είναι οι σύμμαχοι των ΗΠΑ στην προσπάθεια σταθεροποίησης του κόσμου;”, παρουσιάζοντας ως συγκριτικά παραδείγματα την Ελλάδα και την Τουρκία..
“Από τη μία πλευρά”, περιέγραψε μια “αυταρχική χώρα που δεν νιώθει την ανάγκη να υπακούσει στους διεθνείς νόμους, δεν έχει επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία, διατηρεί στενές σχέσεις με τη Μόσχα, απειλεί με ‘casus belli’, αναπτύσσει drones και πυραύλους και προσεγγίζει τους BRICS”.
“Από την άλλη”, μίλησε για την Ελλάδα ως μια χώρα που “στηρίζει τους διεθνείς νόμους, είναι μια σύγχρονη δημοκρατία, μέλος της ΕΕ, υπερασπίζεται τις δημοκρατικές αξίες, πολέμησε στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους στη σωστή πλευρά, υποστηρίζει την Ουκρανία, αλλά και τις βαλκανικές χώρες στην ένταξή τους στην ΕΕ”. “Είναι μια χώρα με πλούσια δημοκρατική κληρονομιά που ενέπνευσε τους ιδρυτές των ΗΠΑ”. Παρουσίασε μάλιστα την Ελλάδα ως αντίβαρο στην επιρροή της Ρωσίας σον ορθόδοξο κόσμο.
Για να καταλήξει, κλείνοντας την ομιλία του, ότι “οι ΗΠΑ, έχοντας αυτή την εικόνα, είναι πλέον σε θέση να επιλέξουν με ποιους συμμάχους θα πορευτούν για τη σταθερότητα του κόσμου”.
“Σχιζοφρενική” η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης!
Κάποια απ’ όλα όσα είπε δεν στερούνται βάσεως. Ιδίως η κριτική που άσκησε στη στάση της ΕΕ, την οποία χαρακτήρισε “σχιζοφρενική”, καθώς “ζητά από τα κράτη να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες, αλλά ταυτόχρονα περιορίζει δημοσιονομικά τη δυνατότητα υλοποίησής τους”. Τέτοια έντονη φρασεολογία ούτε το 2015 είχε προβληθεί από μέλος ελληνικής κυβέρνησης, σε στιιγμή μάλιστα που επιχειρεί να “πλασάρει” τη χώρα ως τον πιο αξιόπιστο σύμμαχο των ΗΠΑ σε σχέση με την Τουρκία. Την κριτική αυτή άσκησε, στα πλαίσια της θέσης του για “ενίσχυση του ευρωπαϊκού αμυντικού πλαισίου” και κατ’ επέκταση της θέσης Τραμπ για αύξηση των αμυντικών δαπανών κρατών-μελών, ως εμπόδιο στην οποία παρουσιάζει τη “σχιζοφρένεια” της ίδιας της ΕΕ.
Όμως, άξονας της επιχειρηματολογίας του ήταν το επιχείρημα ότι η Ελλάδα είναι σύμμαχος πιο “δεδομένος” και γι’ αυτό πιο αξιόπιστος στο “εμείς” της Δύσεως, το οποίο φαντάζεται με πρωταγωνιστή τις ΗΠΑ. Πόσο έχει ωφελήσει την Ελλάδα αυτού του είδους ο “ρεαλισμός” ; Αντιμετωπίζοντας τη Ρωσία ως εχθρική χώρα, η Ελλάδα έχει χάσει σημαντικά γεωοπολιτικά ερείσματα που ενδεχομένως θα στοιχίσουν ακριβά. Η Τουρκία συνεχώς ενδυναμώνεται με την πολιτική που ακολουθεί, ενώ η Ελλάδα αποδυναμώνεται και μαραζώνει, ως αποτέλεσμα των καταστρεπτικών πολιτικών λιτότητας που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγμα που ο κ. Δένδιας, έστω και εν μέρει αναγνώρισε, μιλώντας για “σχιζοφρένεια” της Ε.Ε.
Ανάλογη ανατροπή συσχετισμών έφερε την εθνική τραγωδία των Αρμενίων στο Καραμπάχ.
Τους “δεδομένους” συμμάχους, ενίοτε τους “δίνουν” ευκολότερα. Όπως έγινε το 1974.
Εμφανίζει ο κ. Δένδιας την εχθρότητα της κυβέρνησης προς τη Ρωσία ως επιχείρημα αξιοπιστίας της, τη στιγμή που οι ίδιες οι ΗΠΑ επιθυμούν την ομαλοποίηση των σχέσεων. Για το σκοπό αυτό, πολύ πιο χρήσιμη τους είναι η Τουρκία.
Άλλωστε, το διεθνές δίκαιο δεν μοιάζει να συγκινεί ιδιαίτερα τη νέα πολιτική ηγεσία των ΗΠΑ, η οποία ως βασικό πολιτικό “επιχείρημα” προβάλλει τη λογική της ισχύος, προκειμένου να επιβάλει της απαιτήσεις της, όπως στο θέμα της Γροιλανδίας και της Γάζας. Με απειλές και κυρώσεις στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, επειδή αντιμετωπίζει τους νεοσιωνιστές του Ισραήλ ως εγκληματίες.
Εάν οι ευρωπαϊκές χώρες ήταν σε θέση να ακολουθήσουν δική τους αυτοτελή πολιτική, είχαν κάθε συμφέρον να προχωρήσουν σε μια μόνιμη διακρατική συνεργασία που θα συμπεριλάμβανε τη Ρωσία, από τον Ατλαντικό έως τα Ουράλια, στη βάση του κοινού αμοιβαίου οφέλους από τις φθηνές πρώτες ύλες της. Ένας δρόμος που θα συνέβαλε στην μόνιμη ειρηνική συνύπαρξη και στην ευημερία των λαών της περιοχής.
Η φωτο από το capital.gr