Ἐνῶ κλείνουν ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τῆς Σμύρνης, ὁ νοῦς πηγαίνει στὶς τεράστιες εὐθύνες τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους ποὺ οὔτε μπόρεσε, ἀλλὰ καὶ δεν θέλησε νὰ προστατέψει τὸν μικρασιατικὸ ἑλληνισμό.
Ἠ Σμύρνη εἶχε ἰσοπεδωθεῖ καὶ τὸ 1402 ἀπὸ τοὺς Μογγόλους τοῦ Ταμερλάνου. Ὅμως, ἤδη ἀπὸ τὸν 17ο μ.Χ. αἰώνα ἡ ἀέναη κίνηση τοῦ ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὴ μιὰ πλευρὰ τοῦ Αἰγαίου στὴν ἄλλη, εἶχε ξαναζωντανέψει τὴν πόλη, ἡ ὁποία ἄκμαζε καὶ πάλι.
Ἡ τότε κυβέρνηση τῶν βασιλοφρόνων καὶ ὁ ἁρμοστὴς Στεργιάδης κατ’ ἐντολή της, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ κατάσταση στὸ μέτωπο ἀνατρεπόταν σὲ βάρος τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, ὄχι μόνον δὲν ὀργάνωσαν σχέδιο προστασίας καὶ ἐκκένωσης τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, ἀλλὰ καὶ παρεμπόδιζαν τὴν ἀναχώρηση τῶν Μικρασιατῶν. Ἐπειδὴ οἱ Μικρασιάτες ἦταν βενιζελικοὶ στην πλειοψηφία τους, φοβοῦνταν ἀνατροπὴ τῶν κομματικῶν «συσχετισμῶν».
Στὶς 26 Αὐγούστου (μὲ τὸ παλαιό-Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο), παράτησαν τὴν ἑλληνικὴ Σμύρνη «σὰν τοὺς κλέφτες», μὲ τὸν λαὸ νὰ τὸ ἀντιλαμβάνεται μόλις σήκωσαν ἄγκυρα τὰ ἑλληνικὰ πολεμικὰ πλοῖα.
Ἔτσι, στὴν Ἑλλάδα κατέφυγαν ὅσα ταλαιπωρημένα γυναικόπαιδα κατάφεραν νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν κεμαλικὴ βαρβαρότητα, θερισμένα ἀπὸ τὶς κακουχίες καὶ τὶς ἀρρώστιες. Οἱ ἄνδρες στὴν πλειοψηφία τους αἰχμαλωτίστηκαν καὶ ἐξοντώθηκαν στὶς πορεῖες καὶ στρατόπεδα θανάτου, ποὺ μὲ ἐνάργεια περιγράφει ὁ συγγραφέας Ἠλίας Βενέζης.
Ἡ σύγκριση τῶν δημογραφικῶν στοιχείων τοῦ πληθυσμοῦ πρὶν τὸν πόλεμο μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν καταγεγραμμένων προσφύγων δὲν ἀφήνει ἀμφιβολία ὅτι ἀπὸ τὸ 1912 καὶ μετὰ συντελέστηκε μεγάλης ἔκτασης γενοκτονία σὲ βάρος τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς τάξης τοῦ ἑνὸς ἑκατομμυρίου ἀνθρώπων, κορύφωση τῆς ὁποίας ἦταν ἡ καταστροφὴ τοῦ 1922.
Ἡ 27η Αὐγούστου μὲ τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο ποὺ ἴσχυε τότε, ἦταν ἡ μέρα εἰσόδου τῶν κεμαλικῶν στρατευμάτων στὴ Σμύρνη καὶ τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, Μητροπολίτη Σμύρνης. Ἐδῶ οἱ συγκλονιστικὲς μαρτυρίες.