
“Προτείνω να μη μετατραπεί η ποινή, να εκτίσουν την ποινή τους, γιατί μέχρι σήμερα ουδείς εξ αυτών έχει αναγνωρίσει στο ελάχιστο την ευθύνη αυτών των πράξεων και το κόστος των παραλείψεων τους για τον κόσμο που ήταν ταγμένοι να προστατεύουν», πρότεινε η Εισαγγελέας της δευτεροβάθμιας δίκης γιὰ το έγκλημα στο Μάτι κα Περιμένη για τα τότε στελέχη της Πυροσβεστικής, Σωτήρη Τερζούδη, Βασίλη Ματθαιόπουλο (αρχηγός και υπαρχηγός της Πυροσβεστικής αντίστοιχα), Ιωάννη Φωστιέρη (διοικητής του Συντονιστικού Κέντρου) και τον τότε γενικό γραμματέα πολιτικής προστασίας Ιωάννη Καπάκη. Πρόταση που έγινε δεκτή από το Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών το οποίο, αφού έκρινε ένοχους τους πιο πάνω κατηγορούμενους, καταδίκασε τον καθένα τους σε πέντε χρόνια φυλακή κατά συγχώνευση χωρίς μετατροπή και αναστολή της ποινής. Με τον τρόπο αυτό, οι ως άνω καταδικασθέντες οδηγήθηκαν στη φυλακή.
Αντίθετα, στους υπόλοιπους καταδικασθέντες, τα στελέχη της πυροσβεστικής Νίκο Παναγιωτόπουλο και Χαράλαμπο Χιώνη, τον Χρήστο Γκολφίνο, τότε διευθυντή του 199, τον Φίλιππο Παντελεάκο, τότε διευθυντή ΕΣΚΕ, και Δαμιανό Παπαδόπουλο, τότε διευθυντή Πυροσβεστικού Σταθμού Νέας Μάκρης δόθηκε αναστολή εκτέλεσης της ποινής μεί 10 ευρώ την ημέρα. Στον Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο, από την αυλή του οποίου ξεκίνησε η φωτιά επιβλήθηκε η ίδια ποινή φυλάκισης τριων ετών με αναστολή με τον πρώτο βαθμό.
Παράλληλα, το Δικαστήριο απέρριψε όλα τα ελαφρυντικά που ζήτησε η υπαράπιση των καταδικασθέντων.
Το Δικαστήριο διαφοροποιήθηκε από την εισαγγελική πρόταση και αθώωσε την τότε Περιφερειάρχη Ρένα Δούρου και τους Δημάρχους Ραφήνας και Μαραθώνα.
Όπως έχουμε ήδη τονίσει, ο καταδικασθείς και φυλακισθείς Βασίλης Ματθαιόπουλος έχει ήδη καταδικασθεί και από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών για απόπειρα παράνομης βίας και παράβαση καθήκοντος κσε 30 μήνες φυλάκιση με αναστολή, για τις απειλές και πιέσεις στο δικαστικό πραγματογνώμονα της υπόθεσης για την τραγωδία στο Μάτι, Δ. Λιότσο και την προσπάθεια «κουκουλώματος» ευθυνών αξιωματικών της Πυροσβεστικής. Ο κ. Λιότσιος, όχι μόνο δεν ενέδωσε στις απειλές, αλλά είχε την πρόνοια να τις μαγνητοφωνήσει, με αποτέλεσμα όχι μόνο να αποδειχθεί η ενοχή του κ. Ματθαιόπουλου, αλλά και το κείμενο να περιληφθεί στη δικογραφία της κύριας υπόθεσης, πράγμα που είναι βέβαιο ότι επέδρασε στην κρίση των δικαστών. Το κείμενο έγινε δεκτό με το σκεπτικό ότι ελλείψει μαρτύρων δεν υπήρχε άλλος τρόπος να αποδειχθεί και να αποκαλυφθεί το σοβαρό αδίκημα. Το οποίο αποδεικνύει τουλάχιστον ο κ. Ματαθαιόπουλος είχε πλήρη επίγνωση των ευθυνών του, τις οποίες επιχείρησε να συγκαλύψει με τις απειλές.
Μετά την απόφαση, αναμένεται η δημοσίευση του σκεπτικού της, για να μπορέσουν οι καταδικασμένοι ή ο εισαγγελέας και η πελυρά της πολιτικής αγωγής να καταφύγουν στον Άρειο Πάγο. Εάν γίνει κάτι τέτοιο, η υπόθεση πρέπει να έχει κλείει μέχρι τον επόμενο χρόνο, που συμπληρώνονται οκτώ χρόνια από το έγκλημα, διαφορετικά τα αδικήματα παραγράφονται λόγω του πλημμεληματικού τους χαρακτήρα.
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, στο στάδιο της ανάκρισης, ο ανακριτής κ. Μαρνέρης επέμενε ότι οι πράξεις και παραλείψεις αυτές, λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους της αδιαφορίας και τω θέσεων ευθύνης των εμπλεκομένων, δεν είναι προϊόν αμέλειας, αλλά ενδεχόμενου δόλου. Τούτο σημαίνει ότι δεν έγιναν απλώς λάθη στην αντιμετώπιση, αλλά επιδείχθηκε αδιαφορία σε τέτοιο βαθμό που να προκύπτει ότι οι δράστες είχαν αποδεχθεί το καταστρεπτικό αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τη διατύπωση του ανακριτή, όπως έχει διαρρεύσει στα ΜΜΕ, “παρακολουθούσαν αμέτοχοι επί της ουσίας τις εξελίξεις σε Νταού Πεντέλης – Νέο Βουτζά – Μάτι, ωσάν τον Ξέρξη, όταν παρακολουθούσε τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας από τον χρυσό του θρόνο στο όρος Αιγάλεω». Εκτός από αδιαφορία, ο ανακριτής κατηγόρησε ορισμένους αρμοδίους και για «συγκάλυψη της πραγματικής εικόνας». Τα επανειλημμένα αιτήματα του ανακριτή αντιμετωπίστηκαν αρνητικά από την Εισαγγελία.