Εἴθε μὴ
ὤμοσας Ἡρῴδη ἄνομε, ψεύδους ἔκγονε, εἰ δὲ καὶ ὤμοσας, μὴ εὐώρκησας·
κρεῖττον γὰρ ψευσάμενον ζωῆς ἐπιτυχεῖν, καὶ μὴ ἀληθεύσαντα, τὴν κάραν
τοῦ Προδρόμου ἀποτεμεῖν.
(Ἀπὸ τὸν Ἑσπερινὸ τῆς Ἀποτομῆς τῆς Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου)
Ἐνδιαφέρον ἔχουν οἱ στίχοι αὐτοὶ τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀποτομῆς τῆς Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Τίθεται το διαχρονικὸ ἐρώτημα, τί πρέπει να κάνει κάποιος, ἂν δώσει ὅρκο μὲ ἀνήθικο ἀντικείμενο.
Τί τὸν ἤθελες τὸν ὅρκο, Ἡρώδη, γέννημα τοῦ ψεύδους, ποὺ ἐκ τῶν πραγμάτων δὲν ἔχεις σχέση μὲ τὴν ἀλήθεια; Ἀλλὰ μιὰ καὶ ὁρκίστηκες, ἂς μὴ τηροῦσες τὸν ὅρκο. Καλύτερα νὰ μὴν εἶχες τηρήσει τὸν ὅρκο καὶ νὰ εἶχες βγεῖς ψεύτης, διότι θὰ κέρδιζες τὴ ζωή. Παρὰ νὰ φανεῖς εἰλκρινὴς καὶ συνεπὴς στὸν ὅρκο σου καὶ νὰ κόψεις τὴν κεφαλὴ τοῦ Προδρόμου. Καὶ -ἐξυπακούεται-μὲ τὴν πράξη σου αὐτὴ νὰ χάσεις τὴν ψυχή σου.
Γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς τὸ θέμα ἔχει λυθεῖ, ἀφοῦ ἔχουμε τὸ “μὴ ὁμόσαι ὅλως” τοῦ Χριστοῦ.
Ὅμως, ὑπάρχουν περιπτώσεις ποὺ ἀπὸ τὶς περιστάσεις ὁ ἄνθρωπος ὁρκίζεται. Ὄχι τόσο στὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις. Ἀλλὰ μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ πολίτη, τοῦ στρατιωτικοῦ, τοῦ δημοσίου ὑπαλλήλου. Καὶ μιὰ ἀντίχριστη ἐξουσία, να βασιστεῖ σὲ τέτοιου εἴδους δέσμευση γιὰ νὰ πετύχει τοὺς ἐγκληματικούς της στόχους. Ἀκραῖο παράδειγμα εἶναι ὅ ὅρκος στὸν Ἀδόλφο Χίτλερ, ποὺ ἐπικαλέσθηκαν τόσοι γιὰ νὰ δικαιολογήσουν ἐγκλήματα. Ἡ ἐπίκληση τοῦ ὅρκου γιὰ τὴ συμμόρφωση σὲ ἀνήθηικες διαταγὲς ἀνωτέρων. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ἰσχύει τὸ “εἰ δὲ καὶ ὥμοσας, μὴ εὐώρκησας”. Διόρθωσε τὸ λάθος ἐγκαίρως γιὰ νὰ κερδίσεις τὴ ζωὴ καὶ νὰ μὴ χάσεις τὴν ψυχή σου. Οἱ Ἅγιοι Τεσσαράκοντα ἀποτελοῦσαν στρατιωτικὴ μονάδα ἀπὸ τὶς καλύτερες, χωρὶς νὰ ἔχουν δώσει δικαίωμα γιὰ μομφή. Ὅταν ὅμως τοὺς ἔθιξαν τὴν πίστη τους, μαρτύρησαν ἐπειδὴ ξεκαθάρισαν, ὅτι στὸ πεδίο αὐτὸ δὲν ἔχουν ἰσχὺ δεσμεύσεις ἔναντι τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Ἡρώδης ἦταν ὁ ἀνώτατος ἀξιωματοῦχος. Ἀπὸ κανέναν δὲν θὰ εἶχε συνέπεια ἂν ἔλεγε στὴ Σαλώμη ὅτι τὸ αἴτημά της ἦταν ἀπαράδεκτο. Γιατὶ νὰ ὑποχρεωθεῖ νὰ διαπράξει κάτι, ποὺ ἀποδοκίμαζε ὡς κυβερνήτης;
Τὸν ἐλέγχει καὶ πολιτικὰ ὁ ἱερὸς ὑμνωδός:
“Οὐκ ἔδει σε ὦ Ἡρῴδη, τὸν τῆς μοιχείας ἔλεγχον, δι’ ἔρωτα σατανικόν, καὶ οἶστρον θηλυμανίας, θανάτῳ κατακρῖναι·”. Ἐλέγχθηκες γιὰ μοιχεία, ἐπειδὴ ἐνέργησες παρασυρόμενος ἀπὸ τὸ πάθος ἔρωτα σατανικοῦ καὶ οἶστρο θηλυμανίας. Δὲν ἔπρεπε νὰ ἐπιβάλεις τὸ θάνατο.
“Οὐκ ἔδει σε τούτου τὴν πάντιμον κάραν, παρανόμῳ γυναικί, δι’ ὅρκον ὀρχήσεως, παραδοῦναι σφαλερῶς”. Δὲν ἔπρεπε νὰ κάνεις τὸ σφάλμα νὰ παραδώσεις τὴν κεφαλή τοῦ πιὸ τιμίου ἀνθρώπου, σὲ γυναίκα παράνομη, ἐπειδὴ τῆς ὁρκίστηκες ὅτι θὰ τῆς κάνεις ὅποια χάρη σοῦ ζητήσει ἂν χορέψει γιὰ σένα.
Ὁ Ἡρώδης ἀποδείχθηκε, πέρα ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα, καὶ ἀνάξιος κυβερνήτης. Ἔδειξε ἀδυναμία καὶ ἀνικανότητα νὰ ἐπιβάλει τὴν θέση του, ὅτι δὲν ἔπρεπε νὰ πειραχτεῖ ἡ ζωὴ τοῦ Προδρόμου, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι κατὰ τρόπο τυραννικὸ τοῦ εἶχε στερήσει τὴν έλευθερία του. Ὁ ὕμνωδὸς τοῦ Ὄρθρου τὸν θέλει νὰ ἔχει λάβει τέτοια ἀπόφαση “ἐκβεβακχευμένον τῇ μέθῃ”.
Ἡ ἐπιρροὴ τοῦ “περιβάλλοντος” τοῦ ἐξουσιαστῆ εἶναι μιὰ ἄλλη διαχρονικὴ παθογένεια.
Ἂν ἡ περίπτωση τῆς Ἡρωδιάδας καὶ τῆς Σαλώμης εἶναι ἀκραῖο παράδειγμα, δὲν ἔχουν λείψει διαχρονικὰ οἱ περιπτώσεις ποὺ τὸ “περιβάλλον” τοῦ ἀσκοῦντος ἐξουσία ἀσκεῖ ἀρνητικὴ έπίδραση στὴν ἄσκηση τῶν καθηκόντων του. Ἀπὸ τὰ βυζαντινὰ χρόνια, μὲ τὴν αὐτοκράτειρα ποὺ “μαινόταν” κατὰ τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ἕως καὶ σήμερα.
Δὲν λείπει καὶ ἡ ἀντίστροφη περίπτωση. Μὲ τὴ διακριτική της καὶ ταυτόχρονα σταθερὴ παρουσία της, ἡ ἁγία Ἑλένη σταδιακὰ ἐπέδρασε στὸ φρόνημα καὶ στὴν πίστη τοῦ γιοῦ της, Μεγάλου Κωνσταντίνου. Μὲ τὴν πειθώ, τὸ παράδειγμά της καὶ τὸν σμβουλευτικὸ λόγο. Χωρὶς νὰ ἀποσπάσει παραπλανητικοὺς ὅρκους, εἰς βάρος μάλιστα ἄλλων ἀνθρώπων.
Σὲ κάθε περίπτωση, ὁ Ἰωάννης ἔχασε τὴ ζωή του ἐπειδὴ δὲν φοβήθηκε νὰ τὰ βάλει μὲ μιὰ τυραννικὴ ἐξουσία.:
“Διὰ τὸν νόμον Κυρίου, τὴν κεφαλὴν ἀπετμήθης, ὦ πανάγιε Ἰωάννη. Ἤλεγξας βασιλέα δυσσεβῆ παρανομήσαντα, παρρησίᾳ, ἀμέμπτῳ·”
Τὸν θανάτωσε…Τοὺς ἐλέγχους μὴ φέρων, ὁ ἀναιδὴς τύραννος, τῆς θεοφρουρήτου σου γλώττης, ἔνδοξε Πρόδρομε,
Ὑπόδειγμα καὶ σήμερα, γιὰ κάθε Χριστιανό.
Τῆς μετανοίας ὁ κήρυξ, Ἰωάννη Βαπτιστά, ἐκτμηθείς σου τὴν κάραν, τήν, γῆν ἡγίασας, ὅτι τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ τοῖς πιστοῖς ἐτράνωσας, καὶ παρανομίαν ἐξηφάνισας
.Ὑπόδειγμα καὶ σήμερα, γιὰ κάθε Χριστιανό.
Καὶ στὸν Ὅρθρο: Πρὸς ζῆλον, βασιλέα ἐλέγξας, τὴν ἔνδοξον κάραν σου, ἀπετμήθης ἀοίδιμε, Ἰωάννη πανεύφημε,…μῖξιν παράνομον, τυραννικὴν διελέγξας, εὐκλεῶς τὸν θάνατον χαίρων διήνυσας. σὺ βασιλεῖς ἤλεγξας, παρανομίαν μὴ ἐργάζεσθαι, διὸ παίγνιον ἀνόμου γυναικός, ἔπεισε τὸν Ἡρῴδην ἀποτεμεῖν σου τὴν κεφαλήν·.
Ἐπειδὴ ἔλεγξες τοὺς βασιλεῖς μὴ παρανομούν, τέχνασμα ἄνομης γυναίκας ἔπεισε τὸν Ἡρώδη νὰ σὲ ἀποκεφαλίσει.