«Θέ μου πρωτομάστορα, μ’ ἔχτισες μέσα στὰ βουνά,
Θέ μου πρωτομάστορα, μ’ ἔκλεισες μέσ’ στὴ θάλασσα…»

τοῦ Γιάννη Ζερβοῦ

Οἱ στίχοι αὐτοὶ ἀπὸ τὸ «Ἄξιον Ἐστὶν» τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη, γνωστοὶ καὶ πολυτραγουδισμένοι, ἀφότου μελοποιήθηκαν ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Μίκη Θεοδωράκη, ἔχουν πολλαπλὸ νόημα. Μέσα σ’ ὅλα τ’ ἄλλα, ὑποδηλώνουν τὰ δύο βασικὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ περιβάλλοντος στὸ ὁποῖο ἔζησε ἐπὶ χιλιετίες τὸν πολυτάραχο βίο του τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων καὶ ποὺ διαμόρφωσαν τα χαρακτηριστικά του:
Τὰ βουνὰ σὲ δύσκολους καιροὺς ὑπῆρξαν κάστρα ἐλευθερίας, ἐπιβίωσης, καὶ διαφύλαξης τῆς Παράδοσης.
Ἡ θάλασσα ὑπῆρξε ἡ ἀναγκαία καὶ ἀέναη διέξοδος γιὰ τὴν ἐπιβίωση, ὅταν ἡ γῆ δὲν ἀρκοῦσε γιὰ νὰ θρέψει τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ ταυτόχρονα ὁδὸς ἐπικοινωνίας μὲ ἄλλους πολιτισμούς, στοιχεῖα τῶν ὁποίων δημιουργικὰ ἀφομοιώνονταν στὸ διάβα τῶν αἰώνων.
Θἄλεγε κανεὶς ὅτι τὸ περιβάλλον αὐτὸ καλλιέργησε ἕνα μίγμα παραδοσιακότητας καὶ άνοιχτοσύνης, μὲ τὴν Παράδοση νὰ ὁριοθετεῖ τὸν κοσμοπολιτισμό.
Τὰ κεφάλαια τῆς ἀρχαιοελληνικῆς ἱστορίας ποὺ γνωρίζουμε ὡς «1ο καὶ 2ο ἑλληνικὸ ἀποικισμὸ» δὲν εἶναι παρὰ τὰ πιὸ προβεβλημένα ἐπεισόδια μιᾶς διαρκοῦς καὶ ἀέναης διαδικασίας ἐπικοινωνίας τῆς ἑλληνικῆς χερσονήσου μὲ τὴ Μικρασία καὶ τὴν ὑπόλοιπη Μεσόγειο.
Ἡ ἑλληνικὴ παρουσία στὴ Μικρασία γιὰ πρώτη φορὰ καταγράφηκε τὴ 2η π.Χ. χιλιετία, καθώς γίνεται λόγος, μεταξὺ ἄλλων, γιὰ τοὺς «Ἀχιγιάβα» (Ἀχαιοὺς) καὶ γιὰ τὴ «Milawata», ποὺ ταυτίζεται μὲ τὴ Μίλητο σὲ ἔγγραφα τοῦ βασιλείου τῶν Χετταίων.
Ἡ Σμύρνη γιὰ πρώτη φορὰ ἰσοπεδώθηκε καὶ ἐρημώθηκε ἀπὸ τὸν Ταμερλάνο τὸ 1402, κατὰ τὴ μογγολικὴ ἐπιδρομή.

Δημιουργήθηκε σταδιακὰ καὶ ξανάζησε μετὰ τὸν 16ο μ.Χ. αἰώνα, ὅταν ἡσύχασαν κάπως τὰ πράγματα καὶ συνέρρευσαν πληθυσμοὶ ἀπὸ τὰ νησιὰ καὶ τὴν κυρίως Ἑλλάδα, φτάνοντας στὴν ἀκμή της τὸν 19ο καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰώνα, μὲ κυρίαρχη καὶ πλειοψηφοῦσα τὴν ἑλληνικὴ κοινότητα.
Μὲ τὸ Αἰγαῖο νὰ λειτουργεῖ ξανὰ ὡς σύνδεση τῶν μικρασιατικῶν παραλίων μὲ τὴν κυρίως Ἑλλάδα. Ἡ ἀναδημιουργία αὐτὴ εἶναι ἐνδεικτικὴ τῆς διαρκοῦς λειτουργίας τοῦ Αἰγαίου πελάγους ὡς πνεύμονα καὶ ἀρτηρίας ποὺ δίνει ζωὴ στὸν ἑλληνισμό. Ἡ ὁποία ἐπὶ χιλιετίες ἔχει καταστήσει τὴν Ἰωνία ἀδιαχώριστο κομμάτι τῆς Ἑλλάδας.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὰ μικρασιατικὰ παράλια ὑπῆρξαν, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς παροικίες σὲ μεγάλα ἀστικὰ κέντρα, καὶ οἰκισμοὶ ποὺ μιλοῦσαν τὴν τσακώνικη διάλεκτο, ὅπως τὸ Χαβουτσὶ τῆς Κυζίκου στὴν Προποντίδα.
Ἡ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ τοῦ 1922 καὶ ἡ ἀνταλλαγὴ πληθυσμῶν ποὺ ἐπακολούθησε καὶ ὁλοκληρώθηκε τὸ 1924, ἔβαλαν τέλος σὲ μιὰ ἱστορία χιλιετιῶν.
Ἡ σύγκριση τῶν στοιχείων τῶν ὀθωμανικῶν ἀπογραφῶν, μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν προσφύγων ποὺ ἔφτασε τελικὰ στὴν Ἑλλάδα, μαρτυρεῖ τὸ μέγεθος τῆς γενοκτονίας ποὺ ὑπέστη ὁ μικρασιατικὸς ἑλληνισμός, στὰ πλαίσια τοῦ δηλωμένου σχεδίου τῶν Νεοτούρκων γιὰ ἐξάλειψη τῶν χριστιανικῶν μειονοτήτων ἤδη ἀπὸ τὸ 1911, τὸ ὁποῖο ὁλοκλήρωσε ὁ Κεμάλ Ἀτατούρκ.
Τεράστια εἶναι καὶ ἡ εὐθύνη τῆς τότε πολιτικῆς ἡγεσίας τῶν βασιλοφρόνων τῆς Ἑλλάδας, ποὺ γιὰ μικροπολιτικοὺς λόγους ἐγκατέλειψε τοὺς Μικρασιάτες στὴν τύχη τους, ἀφοῦ τοὺς θεωροῦσε «βενιζελικούς». Ἀπὸ τὶς ἐμπόλεμες ζῶνες, ἐπέστρεψαν στὴν Ἑλλάδα κυρίως ἐξαθλιωμένα γυναικόπαιδα, ἀφοῦ οἱ ἄνδρες ποὺ δὲν προλάβαιναν νὰ διαφύγουν στέλνονταν σὲ «ἀμελὲ ταμπουρού», στρατόπεδα καταναγκαστικῆς ἐργασίας καὶ θανάτου…
Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ ἀποδώσουμε τιμὲς καὶ σὲ πολίτες ἄλλων χωρῶν ποὺ εὐαισθητοποιήθηκαν γιὰ τὴ διάσωση τῶν προσφύγων, ὅπως ὁ Ἁμερικανὸς πάστορας Ἔιζα Τζένινγκς (1877-1933), ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ χωρὶς διπλωματικὴ ἰδιότητα, ἔλαβε προθεσμία 11 ἡμερῶν ἀπὸ τὸν Κεμὰλ νὰ διασώσει ὅσους πρόσφυγες μποροῦσε, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἄνδρες 18-45 ἐτῶν. Τὸ ἔκανε μὲ δικά του ἔξοδα καὶ ἀντιμέτωπος μὲ τὴν ἀδιαφορία τῶν ἐπίσημων κυβερνήσεων, ἀκόμα καὶ τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης Τριανταφυλλάκου.
Ὁ προσφυγικὸς ἑλληνισμὸς ἔπαιξε σημαντικότατο ρόλο στὴν πολιτιστική, πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ζωὴ τῆς χώρας. Ἀκόμα καὶ σὲ συνθῆκες ἐξαθλίωσης, ποὺ τοὺς ὁδηγοῦσαν στὴν ψῆφο ὑπὲρ τῆς Ἀριστερᾶς, οἱ πρόσφυγες παρέμειναν πιστοὶ εὐλαβεῖς καὶ παραδοσιακοί.
Δυστυχῶς, μέχρι σχετικὰ πρόσφατα, ἔχουν ἀποτέλεσει στόχο διακρίσεων καὶ ἐμμονικῶν προκαταλήψεων ποὺ ἀγγίζουν τὰ ὅρια τοῦ ρατσισμοῦ, τὶς ὁποῖες μπορεῖ κανεὶς νὰ διακρίνει ἀκόμα καὶ σὲ ταινίες τοῦ παλιοῦ ἑλληνικοῦ κινηματογράφου.
Ἡ μνήμη μας μένει στὸν ἱερομάρτυρα καὶ ἐθνομάρτυρα Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο, τοὺς ἄλλους ἱερομάρτυρες ποὺ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία, καὶ στὶς χιλιάδες ἀδελφῶν μας ποὺ ἔχασαν τὴ ζωή τους, μαρτύρησαν καὶ ξεριζώθηκαν τέτοιες μέρες τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 1922.
Καὶ πάλαιψαν ἐπὶ δεκαετίες νὰ ξαναστήσουν νέα ζωὴ καὶ σπιτικά. Ἡ πρόσφατη ἀνασύσταση τῆς Μητρόπολης Σμύρνης, ἔστω καὶ μὲ μικρὸ πλήρωμα, μαρτυρεῖ πώς, ἀκόμα καὶ μετὰ τέτοιας ἔκτασης καταστροφή, ἐξακολουθεῖ νὰ λειτουργεῖ ἡ ἀέναη σύνδεση τῆς Ἰωνίας μὲ τὴν Ἑλλάδα.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *
You may use these HTML tags and attributes: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>