
του Ηρακλή Κανακάκη
Η έκρηξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Υπήρξε το αποτέλεσμα μιας μακράς αλληλουχίας γεγονότων.
Ο Ιταλικός μεγαλοϊδεατισμός
Από τις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά και πριν, οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες πέρασαν από πολλές διακυμάνσεις. Η Ιταλία, μετά την ενοποίησή της (1861), ανέπτυξε ένα μεγαλοϊδεατισμό, ο οποίος προκάλεσε προστριβές και ρήξεις με την Ελλάδα για το Ιόνιο Πέλαγος και την Ήπειρο. Στο Συνέδριο του Βερολίνου (1878) συνέβαλε παρασκηνιακά, ως παρατηρητής, στον περιορισμό της επέκτασης των ελληνικών συνόρων ώς τον ποταμό Άραχθο.
Μετά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο (1912), η Ιταλία εργάστηκε πυρετωδώς, τόσο στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου (Μάιος 1913) όσο και κατά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Φλωρεντίας (Δεκέμβριος 1913), για τη δημιουργία μεγάλης Αλβανίας, η οποία θα προσδενόταν στο ιταλικό κράτος. Η Ελλάδα είχε περιορισμένη ενδοχώρα. Η Σερβία θα αποκλειόταν από την Αδριατική και η Ιταλία θα κατοχύρωνε την επιρροή της στα Βαλκάνια. Και τα κατάφερε με την επιδίκαση στην Αλβανία των περιφερειών της Χειμάρρας, των Αγίων Σαράντα, του Αργυρόκαστρου, του Δέλβινου, της Κορυτσάς και του Τεπελενίου, αν και το ελληνικό στοιχείο υπερτερούσε.
Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ταυτόχρονη με την Ιταλία συμμετοχή της Ελλάδας στο πλευρό της Αντάντ (Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία) και οι βλέψεις της Ελλάδας στη Μικρά Ασία και στη Βόρειο Ήπειρο έθεταν εμπόδια στον ιταλικό ιμπεριαλισμό.
Η Συνθήκη Βενιζέλου-Τιτόνι (το όνομα του Ιταλού Υπουργού Εξωτερικών), με την οποία η Ιταλία θα υποστήριζε την παραχώρηση της Κορυτσάς στην Ελλάδα, τις παραμονές της υπογρα- φής της Συνθήκης των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920), υπό το πρόσχημα της μη ικανοποιήσεως των ιταλικών διεκδικήσεων στη Μικρασία, καταγγέλθηκε μονομερώς. Έκτοτε, σε όλη τη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας υποστήριζε και ενίσχυε τον Μουσταφά Κεμάλ.
Εκβιασμοί και προκλήσεις
Στα χρόνια του Μπενίτο Μουσολίνι, ηγέτη του νεοπαγούς φασιστικού κόμματος, συνεχίσθηκαν οι προκλήσεις και οι προσπάθειες διεύρυνσης της ιταλικής επιρροής. Στις 27 Αυγούστου 1923, στην Κακαβιά, βρέθηκαν δολοφονημένοι ο Ιταλός στρατηγός Ενρίκο Τελλίνι και η τετραμελής ακολουθία του. Η δολοφονία, που παραμένει μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστη, έδωσε την ευκαιρία στον Μουσολίνι να προβεί σε ωμό εκβιασμό
κατά της Ελλάδας, η οποία είχε βγει καταρρακωμένη και αιμάσσουσα από τη Μικρασιατική τραγωδία. Όροι που έθιγαν τα κυριαρχικά δικαιώματα απορρίφθηκαν και διέταξε την κατάληψη της Κέρκυρας (31 Αυγούστου). Τελικά, η Ελληνική Κυβέρνηση υποχρεώθηκε να καταβάλει ως αποζημίωση 50 εκατ. λιρέτες, προκειμένου να αποσυρθούν τα ιταλικά στρατεύματα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι ελληνο-ιταλικές σχέσεις ήταν ταραχώδεις και συγκρουσιακές. Τον Αύγουστο του 1939 ο ιταλικός στρατός πραγματοποιεί μεγάλα γυμνάσια στα ελληνο-αλβανικά σύνορα. Τα αεροπλάνα μπαινοβγαίνουν στον ελληνικό εναέριο χώρο και κουρελιάζουν την κυριαρχία μας. Τον Ιούνιο του 1940 οι Ιταλοί μάς κατηγορούν ότι παραχωρούμε τα λιμάνια της Κρήτης και τα νησιά μας στον βρετανικό στόλο. Ότι από τα αεροδρόμιά μας εφορμούν εγγλέζικα αεροπλάνα και καταποντίζουν ιταλικά υποβρύχια στο Ιόνιο. Ότι τα τέσσερα αντιτορπιλλικά μας που ναυλοχούν στη Μήλο είναι εγγλέζικα. Οι ιταμές κατηγορίες και γελοιότητες δεν έχουν τέλος.
Στις 12 Ιουλίου 1940 ο φασισμός αρχίζει έμπρακτα τον πόλεμο νεύρων και τις φανερές εχθροπραξίες κατά των Ελλήνων. Βυθίζει μικρό σκάφος, βοηθητικό του καραβιού «Ωρίωνα», που πήγαινε να εφοδιάσει τον φάρο της Γραμβούσας.
Βομβαρδίζει από αέρος το αντιτορπιλλικό «Ύδρα» και υποβρύχιά μας στην Ιτέα. Ο σκοπός ήταν διττός: να τσακίσει το ηθικό των Ελλήνων και να τους ερεθίσει, ώστε να εκτραπούν σε πράξεις βίας, δίδοντάς του αφορμή πολέμου.
Οι σχεδιασμοί των Ιταλών δεν ευοδώνονται. Οι Έλληνες διατηρούν την ψυχραιμία τους και παράλληλα ετοιμάζονται για τον πόλεμο που έρχεται. Καταλαμβάνονται από λύσσα οι Ιταλοί και αποφασίζουν εχθροπραξία κορυφαίων διαστάσεων: τον τορπιλλισμό του εύδρομου «Έλλη», που συμμετείχε στον εορτασμό της Μεγαλόχαρης στην Τήνο.
Όλοι με όλες τους τις δυνάμεις
Τη μάχη κατά του εισβολέα, που επέλεξε ημερομηνία επίθεσης την 28η Οκτωβρίου, επέτειο της φασιστικής «πορείας προς τη Ρώμη» του 1922, την έδωσε μια στυγνή δικτατορία. Το σημαντικό, όμως, ήταν η σωτηρία της πατρίδας. Η υπεράσπιση της τιμής και της αξιοπρέπειας του λαού, που τον έπνιγε η αδικία. Και όλοι έπρεπε να δώσουν όλες τους τις δυνάμεις.
Ο Ιωάννης Μεταξάς (δεν ωφελούν μικρόψυχες, διχαστικές και ανιστορικές αντιπαραθέσεις) έγινε ο εκφραστής της λαϊκής θέλησης. Απάντησε όπως επέβαλλαν οι τρισχιλιόχρονες παραδόσεις του έθνους: “Alors, c’est la guerre”, δηλαδή «ώστε, λοιπόν, πόλεμος». Η φράση μετονομάσθηκε σε ΟΧΙ, που το αγκάλιασε ένθερμα ο ελληνικός λαός και το έκανε πράξη ως στρατός και ως συμμέτοχος ο άμαχος πληθυσμός. Αυτός, λοιπόν, ο δικτάτορας, που δήλωνε και έδειχνε πιστός χριστιανός, αλλά το απάνθρωπο καθεστώς του δεν είχε καμιά σχέση με τον Χριστό της αγάπης, της συγχώρεσης και της ταπείνωσης, τη δεκαετία του 1930 συμπορεύθηκε με τον κοινοβουλευτισμό και την αβασίλευτη Δημοκρατία, της οποίας υπήρξε στυλοβάτης εντός του αντιβενιζελισμού, στην πρώτη 4ετία εφαρμογής της (1924-1928).
Στη συνεδρίαση της Βουλής τής 18ης Μαΐου 1927 είχε δηλώσει: «Υπήρξα πάντοτε υπέρμαχος του κοινοβουλευτισμού, δεν δύναται δε η μειονοψηφία να επιβάλει την θέλησίν της στην πλειονοψηφίαν». Η μεταστροφή του προς τον αντικοινοβουλευτισμό πιθανώς να είχε αποτραπεί, αν είχε επιβιώσει κοινοβουλευτικά το 1928 με το κόμμα των Ελευθεροφρόνων, του οποίου ηγείτο (Ιωάννης Δασκαρόλης, Μεταξάς εναντίον Τσαλδάρη. Η άγνωστη αντιβενιζελική σύγκρουση (1924-1928), ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ, 2023).
Κρίσιμα ερωτήματα
Η 28η Οκτωβρίου 1940 αποτελεί ορόσημο αντίστασης του νέου Ελληνισμού. Έξαρση καθολικού χαρακτήρα του νεοελληνικού έθνους, που επιβεβαιώνει την επισήμανση του γνωστού σύγχρονου ιστορικού Ν. Σβορώνου ότι «ο αντιστασιακός χαρακτήρας διέπει ολόκληρη τη νεοελληνική ιστορία». Σήμερα, έναντι ποίου καλείται να αντισταθεί ο ελληνικός λαός; Ποιος είναι ο εχθρός και ο επίβουλος; Ποια η μορφή και το περιεχόμενο της σύγχρονης αντίστασης; Οι εκπαιδευτικοί θεσμοί λειτουργούν, έτσι ώστε να καλλιεργείται η εθνική ταυτότητα και η επίγνωση ότι χωρίς ζωντανή και δρώσα την εθνική μνήμη το μέλλον είναι αβέβαιο και ναρκοθετημένο;
Τα τρόπαια που έστησαν οι πρόγονοί μας είναι για να τα θαυμάζουμε, να τα χαζεύουμε και να επαιρόμασθε, ή για να τροφοδοτούν την κριτική στάση και τη μετάνοια για τα σφάλματά μας και να παρωθούν σε μίμηση των εκείνων αρετών; Εν προκειμένω, είναι άκρως διδακτικός ο λόγος του Δημοσθένη: «Νομίζετε τους προγόνους υμών αναθείναι τα τρόπαια, ουχ ίνα θαυμάζητε αυτά θεωρούντες, αλλ’ ίνα μιμήσθε τας εκείνων αρετάς»
ΦΩΤΟ: Μπροστά στη χιονισμένη Τρεμπεσίνα. Ιανουάριος 1941.




