
Από τα χρόνια της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας, το εκκλησιαστικό ταλανίζει τους Ορθοδόξους. Τα χρόνια της ρωσικής αυτοκρατορίας, η Ουκρανία υπαγόταν εκκλησιαστικά στο Πατριαρχείο της Μόσχας. Ως συνέπεια της εμφάνισης του πρώτου βραχύβιου ανεξάρτητου ουκρανικού κράτους μετά την επανάσταση του 1917, ιδρύθηκε το 1923 η “Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία”, η οποία επανιδρύθηκε το 1992. Την ίδια χρονιά, ο Μητροπολίτης Κιέβου Φιλάρετος Ντενισένκο, σε συνέχεια σχίσματος που ενθαρρύνθηκε από τις ουκρανικές αρχές του νεοσύστατου κράτους, αυτοανακηρύχθηκε Πατριάρχης Κιέβου. Το Πατριαρχείο της Μόσχας έσπευσε να χορηγήσει καθεστώς αυτονομίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας υπό τον Μητροπολίτη Ονούφριο, όχι όμως και αυτοκεφαλίας.
Το 2018, σε κληρικολαϊκή συνέλευση, οι δύο σχισματικοί εκκλησιαστικοί σχηματισμοί, μαζί με δύο επισκόπους του Πατριαρχείου Μόσχας, αποφάσισαν την συγκρότηση αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, εξέλεξε προκαθήμενο τον Μητροπολίτη Επιφανιο Ντουμένκο και εν συνεχεία ζήτησε και έλαβε Τόμο Αυτοκεφαλίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ταυτόχρονα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν διέκοψε την κοινωνία με την Εκκλησία που πρόσκειται στο Πατριαρχείο της Μόσχας, αναγνωρίζοντας τη συνύπαρξη των δικαιοδοσιών μέχρι να βρεθεί οριστική λύση αποδεκτή από όλους. Αντίθετα, το τελευταίο αντέδρασε επιθετικά, διακόπτοντας την κοινωνία με το Οικουμενικό και με όσους άλλους κοινωνούσαν με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.
Ο 92χρονος Φιλάρετος Ντενισένκο (ΦΩΤΟ) που είχε καθαιρεθεί από το Πατριαρχείο Μόσχας, αποκαταστάθηκε ως “Επίτιμος Πατριάρχης Κιέβου”. Στη συνέχεια, δυσαρεστημένος, επειδή έκρινε ότι περιθωριοποιήθηκε από τη διοίκηση του νέου εκκλησιαστικού οργανισμού, προκάλεσε νέα διάσπαση, ανασυγκροτώντας το “Πατριαρχείο Κιέβου”, που δεν αναγνωρίζεται ούτε από το Φανάρι, ούτε από τη Μόσχα. Ο ίδιος εξακολουθεί να αναγνωρίζεται ως ιεράρχης της εκκλησιαστικής δομής που δημιουργήθηκε με τον Πατριαρχικό Τόμο. Details