+ π. Γεώργιος Πυρουνάκης

Στις 16 Μαΐου 1988 εκοιμήθη ο π. Γεώργιος Πυρουνάκης, που με τους αντιδικταορικούς αγώνες του συμπεριλαμβάνεται στους λίγους πνευματικούς ταγούς που διέσωσαν την τιμή του κόσμου της Εκκλησίας. 

Τιμώντας τη μνήμη του, παραθέτουμε μεταδικτατορικό κείμενό του ( «Μικρά Αγωνιστικά Φύλλα» σ. 9):

“ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ,

και ζητώ συγγνώμη από τα θύματα της εφτάχρονης τυραννίας του Τόπου μας, ως παπάς, για όσα δεν πράξαμε οι Ιερωμένοι, να τα σώσουμε από τα άγρια νύχια τους. και για την παράλειψη ακόμη να συμπαρασταθούμε στους πόνους και τους φόβους, που τους προκαλούσαν οι αδίστακτοι διώκτες τους. Έ π ρ ε π ε  κ α ι  μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε !  Ούτε καν οι διαμαρτυρίες μας δεν διατυπώθηκαν επίσημα και διεθνώς, όπως κάνουν άλλες Εκκλησίες μη Ορθόδοξες σε παρόμοιες κακές περιστάσεις. Μα ούτε και τώρα που αποδείχνονται δικαστικώς τα άθλια και φρικιαστικά δεν εκφράζουμε τον αποτροπιασμό μας… Και παραπονιόμαστε γιατί οι πιστοί – τα παιδιά μας, μας περιφρονούν και λένε τόσα σε βάρος μας άσχημα σχόλια!

     Οι απουσίες συνεχίζονται: Δεν περιζώσαμε τότε το Πολυτεχνείο για να εμποδίσουν τα ράσα μας τα τανκς … Εκείνες οι εκκλήσεις δεν μας καίνε; Γι’ αυτή την αμαρτία μας γιατί δεν κλαίμε; Και γιατί με τρίχινους σάκκους (όχι με χρυσούς) δεν πέφτουμε στα γόνατα στον ίδιο χώρο να ζητήσουμε το έλεος του Θεού και τη συγγνώμη του Λαού; Γιατί;

     Δεν είμαστε από το Λαό; Αυτή δεν είναι η αποστολή μας; Από πού βρήκαμε την υπόδειξη μόνο βασιλικά ή τυραννικά καθεστώτα να στηρίζουμε, να ευλογούμε, να ανεχόμαστε αδιαμαρτύρητα και να ορκίζουμε τους «άρχοντές» τους;

     Ν τ ρ έ π ο μ α ι . . .

ϯ π. Γ.Π.”

Περισσότερα για τον βίο του εδώ

“Χριστιανική”, φύλλο Ὀκτωβρίου 1971, (ΦΩΤΟ):

” Τὸ Ἔθνος κατευόδωσε προχτὲς τὸν Ποιητή του- ἐκεῖνον ποὺ σὲ ὧρες ἱστορικὰ κρίσιμες ἐξέφραζε μὲ τὸν τόνο τῆς φωνῆς του καὶ τὴν εὔγλωττη σιωπή του τὴν ἀγωνία καὶ τὶς ἐλπίδες τοῦ λαοῦ του. 

Εἶναι ἐξαιρετικὰ βαρυσήμαντο, ὅτι ἡ κορυφαία στιγμὴ τῆς ἑλληνικῆς ποίησης τῶν καιρῶν μας -ὁ Γ. Σεφέρης-προχώρησε πέρα ἀπὸ τὴ συνηθισμένη ἐκζήτηση τῆς μαγείας τῶν λέξεων. Ἀνίχνευσε ἀντικειμενικὰ καὶ ἐπίμονα τὶς Πηγὲς καὶ μὲ τὴν λυρικὴ εὐαισθησία του τὶς σύνδεσε ἔξοχα μὲ τὸ Παρὸν τοῦ Ἔθνους.

Μὲ λόγο λιτό, ταπεινὸ καὶ ἀνεπιτήδευτο, δίχως περίσσειες κουβέντες, σ’ ἕνα τόνο καταπληκτικὰ προσωπικό, μὰ σὲ μῆκος κύματος οἰκουμενικό, αὐτὸς ὁ ἀπαράμιλλος τεχνίτης καὶ ἐξαίρετος Δάσκαλος, ἄγγισε τὶς καρδιὲς τῶν νέων ἀνθρώπων.

Εἶναι συγκλονιστικὸ σ’ ἕνα τόπο να κατευοδώνει τὸν Ποιητή του. Εἶναι γατὶ ὁ Ποιητής, ὁ ἀληθινὸς Ποιητής, στέκει ὁ αὐθεντικότερος φορέας τῶν καημῶν καὶ τῶν πόθων του.

Σὲ χρόνους δίσεχτους τότε ποὺ οἱ πολλοὶ πέφτουν καὶ οἱ περισσότεροι γονατίζουν καὶ προσκυνοῦν τὰ εἴδωλα τοῦ Ναβουχοδονόσορα, ὁ Γιῶργος Σεφέρης στάθηκε ὀρθὸς καὶ ἀμετακίνητος, εὐθὺς καὶ ἀνυπόκριτος, καθαρὸς καὶ ἀψεγάδιαστος ἑρμηνευτὴς τῶν πεπρωμένων τοῦ Λαοῦ του.

“Τί μπορεῖ νὰ μοῦ θύμισε τὸν Ἀρδιαῖο ἐκεῖνον”, ἔγραψε στὸ στερνό του ποίημα. 

“Μιὰ λέξη στὸν Πλάτωνα θαρρῶ, χαμένη στοῦ μυαλοῦ τ’ αὐλάκια (…)

Τὸ βράδυ βρῆκα τὴν περικοπή:

“Τὸν ἔδεσαν χειροπόδαρα” μᾶς λέει

“Τὸν ἔρριξαν χάμω καὶ τὸν ἔγδαραν

Τὸν ἔσυραν παράμερα τὸν καταξέσχισαν

Πάνω στοὺς ἀγκαθεροὺς ἀσπαλάθους [φωτο]

καὶ πῆγαν καὶ τὸν πέταξαν στὸν Τάρταρο, κουρέλι”

“Ἔτσι στὸν κάτω κόσμο πλήρωνε τὰ κρίματά του 

ὁ Παμφύλιος Ἀρδιαῖος ὁ Πανάθλιος τύραννος”

Σ.Μ.Π. [Στέλιος Παπαθεμελῆς]
Details

Στις 16 Μαΐου 1988 εκοιμήθη ο μακαριστός π. Γεώργιος Πυρουνάκης.

Γεννήθηκε στον Αδάμαντα της Μήλου το 1910, από γονείς Σφακιανούς. Μετακόμισαν στον Πειραιά, όπου τελείωσε το Δημοτικό σχολείο, με συμμαθητές προσωπικότητες όπως ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Νίκος Καββαδίας.

Το 1928 εισάγεται στη Θεολογική Σχολή. Από τα φοιτητικά του χρόνια άρχισε να κηρύττει.

Το 1932 δημιουργεί τη “Φιλική Εταιρία Νέων”, η οποία ανέπτυξε ιδιαίτερα αξιόλογο κοινωνικό έργο υπέρ των εργαζόμενων νέων.  Ίδρυσε τέσσερα νυχτερινά σχολεία για τους εργαζόμενους νέους άνδρες και γυναίκες, δύο επαγγελματικές σχολές και «Λαϊκό Πανεπιστήμιο», το πρώτο νυχτερινό Γυμνάσιο στον Πειραιά, το οποίο στεγάστηκε μετά από πολλές δυσκολίες στη Ράλλειο Σχολή. Την ίδια εποχή ο Πυρουνάκης ίδρυσε τις πρώτες κατασκηνώσεις εργαζομένων παιδιών στο Πέραμα. Για να αναδείξει το ρόλο και τη σημασία της εργατικής τάξης και να ανυψώσει ψυχικά τους ανθρώπους που την αποτελούν ξεκινά την Γιορτή του Εργάτη Χριστού. Το 1938, στη γιορτή του Εργάτη Χριστού στον Πειραιά, θα παρευρεθούν πάνω από πέντε χιλιάδες εργαζόμενα παιδιά. Έργα του είναι υ είναι οι νυχτερινές Δημοτικές Σχολές στη Δραπετσώνα, στην Αγία Σοφία, τον Άγιο Νικόλαο και τα Ταμπούρια, ο Σύνδεσμος Νέων Πειραιώς, οι Φιλικές Εστίες, τα Σπίτια Στοργής, τα Φιλικά Αναρρωτήρια, η ίδρυση γραφείου για τη μελέτη και την καταγραφή των προβλημάτων των εργαζόμενων νέων, το Οικοτροφείο Σιβιτανιδείου.

Το 1939 η μεταξική δικτατορία διέλυσε την οργάνωσή του, γιατί αρνήθηκε να ενταχθεί στην Ε.Ο.Ν.. Όμως, λίγο αργότερα, η Ακαδημία Αθηνών τον βράβευσε για την προσφορά του στους νέους.

Στην Κατοχή οργάνωσε συσσίτια για τα παιδιά και τους απόρους και κατασκηνώσεις, εξασφαλίζοντας την επιβίωση 10.000  ανθρώπων. με τη “Φιλική Εταιρεία Νέων”. Μετά την Κατοχή παύθηκε από Πρόεδρός της.

Το 1949 χειροτονείται ιερέας και διακονεί στην Ελευσίνα.  της Φιλικής Εταιρείας Νέων. Αυτός αποφάσισε τότε να στραφεί στην εκκλησία και γίνεται ιερέας σε ηλικία 39 ετών και το 1949 ξεκινά τη διακονία του στην Ελευσίνα, με έντονη δραστηριότητα στο χώρο της νεολαίας και του πολιτισμού,συνεργαζόμενος με καλλιτέχνες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης. Ήδη προδικτατορικά συναντούσε εμπόδια στο έργο του.

Στα χρόνια της δικτατορίας των Συνταγματαρχών πήρε θέση επανειλημμένα υπέρ των πολιτικών κρατουμένων και των αγωνιστών κατά του καθεστώτος, με αποτέλεσμα να υποστεί απειλές και διώξεις, ακόμα και να κρατηθεί από την αστυνομία χωρίς λόγο, μόνο για να τον εμποδίσουν να κηρύξει στη Θεία Λειτουργία. Του συμπαραστάθηκε τότε η “Χριστιανική”.   Ο π. Γεώργιος Πυρουνάκης ανήκει στις προσωπικότητες που διέσωσαν την τιμή του κόσμου της Εκκλησίας, που εκείνα τα χρόνια, εκτός εξαιρέσεων, είτε συμπαρατασσόταν και έδινε ιδεολογική νομιμοποίηση στο καθεστώς, είτε δεν αντιδρούσε.

Επανήλθε στην Ελευσίνα το 1974 και τότε ξεκίνησε αγώνα για την κάθαρση μέσα στην Εκκλησία, με αποτέλεσμα να υποστεί δικαστικές διώξεις από θιγομένους, για να αθωωθεί το 1980.

Τον Αύγουστο 1987 η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας τού επέβαλε (όπως και σε άλλους έξι λαϊκούς) τον λεγόμενο “μικρό αφορισμό”, δηλαδή απαγόρευση συμμετοχής στη θεία Ευχαριστία επί δύο έτη για τη συμμετοχή του στον Ο.Δ.Ε.Π., αντιδρώντας στη νομοθεσία Τρίτση για την εκκλησιαστική περιουσία. Ο “αφορισμός” ανακλήθηκε εξήμισι μήνες μετά, ύστερα από τις αντιδράσεις. Τελευταία φορά λειτούργησε την Κυριακή των Βαΐων του 1988. Μέχρι την τελευταία του πνοή ήταν δραστήριος, με εκδόσεις περιοδικών, και τη συμμετοχή σε κοινωνικούς αγώνες και κινητοποιήσεις για τα πυρηνικά και τη μόλυνση του περιβάλλοντος.

Το, επίκαιρο ιδίως σήμερα, σύνθημά του ήταν: “Ξύπνα παππά, ξύπνα λαέ!”

Τιμώντας τη μνήμη του, παραθέτουμε μεταδικτατορικό κείμενό του ( «Μικρά Αγωνιστικά Φύλλα» σ. 9):

“ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ,

και ζητώ συγγνώμη από τα θύματα της εφτάχρονης τυραννίας του Τόπου μας, ως παπάς, για όσα δεν πράξαμε οι Ιερωμένοι, να τα σώσουμε από τα άγρια νύχια τους. και για την παράλειψη ακόμη να συμπαρασταθούμε στους πόνους και τους φόβους, που τους προκαλούσαν οι αδίστακτοι διώκτες τους. Έ π ρ ε π ε  κ α ι  μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε !  Ούτε καν οι διαμαρτυρίες μας δεν διατυπώθηκαν επίσημα και διεθνώς, όπως κάνουν άλλες Εκκλησίες μη Ορθόδοξες σε παρόμοιες κακές περιστάσεις. Μα ούτε και τώρα που αποδείχνονται δικαστικώς τα άθλια και φρικιαστικά δεν εκφράζουμε τον αποτροπιασμό μας… Και παραπονιόμαστε γιατί οι πιστοί – τα παιδιά μας, μας περιφρονούν και λένε τόσα σε βάρος μας άσχημα σχόλια!

     Οι απουσίες συνεχίζονται: Δεν περιζώσαμε τότε το Πολυτεχνείο για να εμποδίσουν τα ράσα μας τα τανκς … Εκείνες οι εκκλήσεις δεν μας καίνε; Γι’ αυτή την αμαρτία μας γιατί δεν κλαίμε; Και γιατί με τρίχινους σάκκους (όχι με χρυσούς) δεν πέφτουμε στα γόνατα στον ίδιο χώρο να ζητήσουμε το έλεος του Θεού και τη συγγνώμη του Λαού; Γιατί;

     Δεν είμαστε από το Λαό; Αυτή δεν είναι η αποστολή μας; Από πού βρήκαμε την υπόδειξη μόνο βασιλικά ή τυραννικά καθεστώτα να στηρίζουμε, να ευλογούμε, να ανεχόμαστε αδιαμαρτύρητα και να ορκίζουμε τους «άρχοντές» τους;

     Ν τ ρ έ π ο μ α ι . . .

ϯ π. Γ.Π.”