
Όταν ο γράφων έκανε σπουδές στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, είχε κάνει μια εργασία για την Πυραμίδα Ιεράρχησης των Ανθρώπινων Αναγκών του Αβραάμ Μάσλοου (1908-1970). Ο Μάσλοου είναι ιουδαϊκής καταγωγής και θεωρείται ανάμεσα στους 5-10 κορυφαίους ψυχολόγους του 20ου αιώνα, με σειρά εφαρμογών σε άλλα πεδία. Για να καταλάβω λοιπόν καλύτερα το έργο του, είχα αγοράσει επιπλέον δύο βιβλία του, «Ψυχολογία της ύπαρξης» (Εκδ. Δίοδος, 1995) και «Θρησκείες, αξίες και εκστατικές εμπειρίες» (εκδ. Δίοδος, 1994). Η ερμηνεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς που πρότεινε βασίζεται στις ανάγκες του ανθρώπου, που ιεραρχούνται σε 5 επίπεδα, ξεκινώντας από τις βιολογικές, περνώντας από το αίσθημα ασφάλειας και καταλήγωντας στην αυτοπραγμάτωση (πραγμάτωση του εαυτού/αυτο-ολοκλήρωση). Αν το μετατρέπαμε αυτό σε μοντέλο ποσοτικής/εμπειρικής έρευνας, οι 5 τύποι ανθρωπίνων αναγκών θα ήταν οι ανεξάρτητες μεταβλητές, ενώ οι εξαρτημένες θα ήταν οι διάφορες ανθρώπινες συμπεριφορές.
Παρά το ότι ο Μάσλοου υπήρξε εισηγητής της Ψυχολογίας της Ύπαρξης και της Ανθρωπιστικής Ψυχολογίας και βάσισε τα συμπεράσματά του αυτά σε ένα αρκετά μεγάλο δείγμα του πληθυσμού, η θεωρία του δέχτηκε μετά από χρόνια κριτική από άλλους ψυχολόγους. Κύρια κριτική επισήμανση υπήρξε ότι τα συμπεράσματά του στηρίχτηκαν στην Αμερικανική μεσαία τάξη. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με την κριτική αυτή, μπορούν να ισχύουν ceteris paribus (όταν όλοι οι άλλοι οι προσδιοριστικοί παράγοντες είναι σταθεροί) ή υπό προϋποθέσεις, είναι δηλαδή εξειδικευμένα κατά χώρα και κοινωνική-οικονομική τάξη (country- και class-specific).
Όσοι έχουν ασχοληθεί με ποσοτική έρευνα, ξέρουν πόσο δύσκολο είναι να συσχετίσει κανείς δύο μεταβλητές, όταν δε μιλάμε για (μη-θεωρητική) φυσική ή χημεία. Ένας πολύ ικανοποιητικός συντελεστής ερμηνευτικής ικανότητας του μοντέλου σε μη-«σκληρές» επιστήμες που ασχολούνται με τον άνθρωπο (ανθρωπιστικές-κοινωνικές) είναι 10-20%. Και πάλι, η συσχέτιση των μεταβλητών είναι άλλο από την ύπαρξη σχέσης αιτίου-αποτελέσματος. Αυτό δίνεται από την αιτιότητα κατά Granger, που και πάλι δεν είναι αιτιότητα, αλλά «προήγηση».
Το πιο προβληματικό ωστόσο παρα-επιστημονικό φαινόμενο είναι η αστική επιστήμη, μια παραμόρφωση της έντιμης επιστημονικής προσπάθειας και της νηφαλιότητας και αμεροληψίας που προϋποθέτει. Η αστική επιστήμη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε υπεραπλουστεύσεις ποικίλων βαθμών διαστρέβλωσης, που είναι βολικές, κυρίως σε επίπεδο οικονομικό και επιχειρηματικό, στο πλαίσιο της προώθησης ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, αλλά ακόμη και σε πολιτικό. Ο John Kenneth Galbraith, ένας έντιμος και μεγάλος οικονομολόγος είχε γράψει σχετικά με αυτή την αγιοποίηση της επιστημονικής αλήθειας που είναι η βάση της κουλτούρας μας, η οποία ωστόσο δε λαμβάνει υπόψη τη συστηματική και μεθοδευμένη διαχείριση των αντιλήψεών μας από τα οικονομικά συμφέροντα:
«Το σοβαρότερο πρόβλημα δεν είναι η πειθαρχία που επιβάλλεται από μια επιχείρηση στα μέλη της αλλά η πειθαρχία που επιβάλλεται στην κοινωνία, ώστε να κάνει την τελευταία σύμφωνη με τις ανάγκες της. Η συμπεριφορά και οι πεποιθήσεις της κοινωνίας είναι, στην πραγματικότητα, υποκείμενες σε εκτενή διαχείριση, ώστε να συμφωνούν με ό,τι είναι αναγκαίο και βολικό από οικονομική πλευρά.
Ούτε και η επιστημονική αλήθεια εξαιρείται, παρά το ότι η κουλτούρα μας βασίζεται στην αγιοποίησή της».
Όπως γράψει σχετικά ο Νίκος Ψυρούκης, «κάθε συμπέρασμα ποτέ δεν είναι οριστικό. Αυτή είναι και η πεμπτουσία της επιστημονικής σκέψης και της ίδιας της επιστήμης. Τα προβλήματά της δεν τελειώνουν ποτέ. Αντίθετα, συνεχώς πληθαίνουν και γίνονται πιο περίπλοκα, πιο σύνθετα». Για αυτό ακριβώς δε νοείται επιστημονικά άρνηση του διαλόγου ή υποβιβασμός του σε “υποβολή αποριών προς τους ειδικούς”, κατά το πρόσφατο ρηθέν του κ. Σχοινά για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με λίγα λόγια, άλλο επιστήμη και άλλο συστημική και υστερόβουλη καπηλεία της επιστήμης. Άλλο έντιμη επιστημονική προσπάθεια και άλλο υπεραπλουστεύσεις και “τυφλοσούρτες”…
Γ.-Ν. Π.