Ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καὶ ὁ Νιόλαος Μπερντιάγιεφ μιλοῦν γιὰ τὸ θεῖο δῶρο τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου ὡς κινητήριας δύναμης τῆς Ἱστορίας σὲ ἀντιπαράθεση μὲ τὶς κακόδοξες ἐκδοχὲς τοῦ παγανιστικοῦ πεπρωμένου
Στὸ ἱστορικὸ διήγημἀ του “Ἡ Γυφτοπούλα”, ποὺ ἐκτυλίσσεται στὴν Πελοπόννησο τῶν χρόνων τῆς Ἅλωσης, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης ἐπινοεῖ ἕνα φανταστικὸ διάλογο τοῦ λογίου Πλήθωνα Γεμιστοῦ, ποὺ λέγεται ὅτι εἶχε προσχωρήσει στὸν Παγανισμὸ καὶ στὸν Γεννάδιο Σχολάριο, ποὺ θὰ γινόταν ὁ πρῶτος μετὰ τὴν Ἅλωση Παριάρχης. Ὁ ὁποῖος ἐκφράζει τὴν προσήλωση στὸν Ὀρθοδοξία. Στὸ διάλογο αὐτὸ ὁ Παπαδιαμάντης βάζει στὸ στόμα τοῦ Γενναδίου τὴν ὀρθόδοξη ἄποψη γιὰ τὴν ἐλεύθερη βούληση τοῦ ἀνθρώπου σὲ ἀντιπαράθεση μὲ τὴν παγανιστικὴ ἀντίληψη γιὰ τὴν κυριαρχία τοῦ πεπρωμένου. Ἡ ὁποία στὸ ρωμαιοκαθολικὸ δόγμα παίρνει τὴ μορφὴ τοῦ λεγόμενου “ἀπόλυτου προορισμοῦ. Ὁ Παπαδιαμάντης στὸ ἀπόσπασμα αὐτὸ κατακρίνει καὶ συνδέει μεταξύ τους τὶς δύο αὐτὲς ἐκδοχές:
«Ἰδού. Οἱ ἐθνικοὶ ἔλεγον ὅτι ὑπῆρχε τύχη καὶ πεπρωμένον. Οἱ ὀρθόδοξοι πρεσβέυουσιν ὅτι ὑπάρχει πρόγνωσις καὶ προορισμός., πιστεύουσιν ὅμως ὅτι ὁ προορισμὸς εἶναι ἀνεξάρτητος τῆς προγνώσεως [..] Ἡ ἀτομικὴ βούλησις τοῦ ἀνθρώπου μένει ἐλευθέρα καὶ ἀνεξάρτητος ἀπὸ τῆς θείας βουλήσεως. Ὅπως έπλασεν ὁ Θεὸς ἀπ’ ἀρχῆς τὸν ἄνθρωπον λογικόν, ἤτοι ἐλεύθερον, οὕτω μέχρι τέλους καταλείπει αὐτὸν λογικὸν καὶ ελεύθερον.[…] Τί δὲ λέγουσι οἱ ἐνάντιοι; Προέγνω ὁ Θεός, προώρισεν ὁ Θεός, θὰ κολασθή ἄρα ὁ ἄνθρωπος. Καὶ ἡ Θεία πρόγνωσις τυφλὴ καὶ ἡ ἀνθρωπίνη θέλησις ἀδρανής. Ὦ τῆς κακοδοξίας! Ὦ τῆς πωρώσεως! Φείσαι, Κύριε!».
Στὸ κείμενο τοῦ Νικολάου Μπερντιάγιεφ ποὺ γράφτηκε τὸ 1948, δημοσιεύθηκε μετὰ τὸν αἰφνίδιο θάνατό του καὶ ἔλαβε τὸν τίτλο “Πολιτικὴ Διαθήκη”, διατυπώνονται ανάλογες ἀπόψεις γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό:
“Τὸ πεπρωμένο καὶ ἡ ἐλευθερία παίζουν ἐξίσου ρόλο στὴν ἱστορία. καὶ ὑπάρχουν στιγμές, ὅπως στοὺς πολέμους καὶ στὶς ἐπαναστάσεις, ποὺ τὸ πεπρωμένο εἶναι τὸ ἰσχυρότερο ἀπὸ τὰ δύο. Ἡ ἐλευθερία -ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ἐθνῶν- δὲν θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ εἶναι ἡ ἀπαρχὴ δύο παγκοσμίων πολέμων. Αὐτοὺς τοὺς ἔφερε τὸ πεπρωμένο, ποὺ ἔχει ἰσχὺ λόγω τῆς ἀδυναμίας καὶ τῆς παρακμῆς τῆς ἐλευθερίας καὶ τοῦ δημιουργικοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου. Σχεδὸν ὅλες οἱ σύγχρονες πολιτικὲς ἰδεολογίες, μὲ τὴ χαρακτηριστική τους τάση πρὸς τὴν κρατικὴ εἰδωλολατρία, εἶναι ἐπίσης σὲ μεγάλο βαθμὸ προϊὸν δύο παγκόσμιων πολέμων, ποὺ γεννήθηκαν ἀπὸ τὶς συνέπειες τοῦ πεπρωμένου.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς κύριους σύγχρονους πειρασμοὺς εἶναι νὰ χωρίσουμε τὸν κόσμο σὲ δύο μέρη – τὸ ἕνα ποὺ κυριαρχεῖται ἀπὸ τὸν κομμουνισμὸ καὶ τὸ ἄλλο ἀπὸ τὸν καπιταλισμὸ – σὲ «Σοβιετικὴ Ρωσία» καὶ «Ἀμερική». Οἱ ἄνθρωποι ἐπαναλαμβάνουν τετριμμένα συνθήματα στὴν προσπάθεια τοὺς νὰ ἑδραιώσουν αὐτὴ τὴ διαίρεση καὶ ἔτσι νὰ προετοιμάσουν τὸ δρόμο γιὰ τὸν πόλεμο…”.
Καὶ οἱ δύο δέχονται τὴν ἐλευθερία ὡς δῶρο Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἐλεύθερος καὶ λογικός.
Τὸ πεπρωμένο, ἢ ἡ μοίρα, ἦταν πανίσχυρο στὴν ἀρχαία μυθολογία, πιὸ ἰσχυρὸ καὶ ἀπὸ τοὺς κατασκευασμένους ψευτοθεούς. Ἐνδεικτικά, ὁ Δίας κεραυνοβόλησε τὸν Ἀσκληπιὸ ὅταν μὲ τὶς ἰατρικές του ἱκανότητες ἀνάστησε νεκρό, ἐνῶ στὴν “Ἄλκηστη” τοῦ Εὐριπίδη μόνο μὲ ἄθλο ὁ Ἡρακλῆς σώζει τὴν Ἄλκηστη, ποὺ εἶχε δεχτεῖ νὰ πεθάνει στὴ θέση τοῦ συζύγου της Ἀδμήτου, προκειμένου νὰ μὴ χάσει ὁ Ἅδης τὸ μερτικό του. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τὸ πεπρωμένο συνδέεται μὲ τὴν ἰσχὺ τοῦ θανάτου, ἴσως μιὰ ἀνάμνηση τῆς Πτώσης. Μὲ τὸν θἀνατο νὰ κατατροπώνεται ἀπὸ τὸν ἀναστημένο Χριστό, ὁ ὁποῖος ἀπελευθερώνει τὸν ἄνθρωπο.
Ὁ Μπερντιάγιεφ ἀντιμετωπίζει θεολογικὰ ὡς “πειρασμὸ” τὸ διχασμὸ τοῦ κόσμου σὲ δύο στρατόπεδα μετὰ τὸν 2ο Παγκόσμιο Πόλεομο προϊὸν τῶν ἀδυσώπητων συνεπειῶν τοῦ πεπρωμένου, τὸ ὁποῖο δὲν εἶχε ὁ ἄνθρωπος τὴ δύναμη νὰ τιθασσεύσει εἰς τὸ ἀγαθόν.
Ἡ παγανιστικὴ ἀντίληψη τοῦ πεπρωμένου ποὺ καταργεῖ καὶ καθυποτάσσει τὴν ἀνθρώπινη ελευθερία ἔχει κοινὰ σημεῖα μὲ τὴ θεωρία τοῦ “Ἀπόλυτου Προορισμοῦ”, τὴν ὁποία στηλιτεύει ὁ Παπαδιαμάντης. Μιὰ κακοδοξία ποὺ δέχονται Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ μερίδα τῶν Διαμαρτυρομένων καὶ καταλήγει νὰ φορτώνει στὸ Θεὸ τὶς λανθασμένες ἐπιλογὲς τῶν ἀνθρώπων.
Ἀντίστοιχη εἶναι καὶ ἡ ἀντίληψη τοῦ “κισμὲτ” στὸν μωαμεθανισμό.
Ὁ ἱστορικὸς ὑλισμὸς κατακληγει στὴν ἴδια λογικὴ με τὴ θωρία τῆς “νομοτέλειας”, ποὺ καταργεῖ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ θεοποιεῖ τὴν ὕλη.