Γεγονότα, όπως η Επανάσταση του 1821 ή η ένταξη και παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΟΚ), πρέπει οι ιστορικοί και οι πατριώτες να τα εξετάζουν στη συγχρονία αλλά και τη διαχρονία τους. Δηλαδή, να προσπαθούν να γνωρίσουν τις πραγματικές συνθήκες των εκάστοτε συμβάντων αλλά και να αναζητούν μακροσκοπικά τις μετέπειτα εξελίξεις, που αποκαλύπτουν την πραγματική σημασία των εθνικών θεμάτων. Να διακρίνουν την μακρόχρονη πολιτική και πολιτισμική τους εκδίπλωση και επίδραση στην ιστορική πορεία των Ελλήνων, σε σχέση με την ελευθερία τους και την κατάκτηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, που καταξιώνει την αυτοδιάθεση του Λαού.
Γι’ αυτό προσφεύγουμε και στην κρίση δύο σημαντικών, έστω και αρκετά διαφορετικών και μη σύγχρονων ανθρώπων, του μεγάλου πολιτικού και κυβερνήτου Ιωάννη Καποδίστρια, στα χρόνια της Επανάστασης και πριν και του σπουδαίου διανοητή και φιλοσόφου των προηγούμενων δεκαετιών Παναγιώτη Κονδύλη, στους χρόνους της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά όχι ενότητας.
«Ευρωεκλογές: έχουν έννοια;» Ένα κρίσιμο ερώτημα
Το ερώτημα παραδόξως είναι του πρώην πρωθυπουργού Κ. Σημίτη (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 17-3-19), όχι για τους λόγους που θα υποστήριζαν οι ευλόγως και έντονα κριτικοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί κατά τον κ. Κ. Σημίτη «η κοινή πορεία όλων των χωρών της Ευρώπης είναι αδήριτη αναγκαιότητα», αλλά γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αδιαφόρησε να ενημερώσει τους πολίτες για τις Ευρωεκλογές, όπως σημειώνει: «Κάθε εκλογή είναι μία διαδικασία που προϋποθέτει πληροφόρηση των πολιτών για τα προβλήματα, τις λύσεις που υποστηρίζουν οι παρατάξεις και για τα πρόσωπα… ενημερώνεσαι, συζητάς, ψηφίζεις. Στην Ελλάδα δεν πραγματοποιήθηκε μέχρι σήμερα ούτε συζήτηση, ούτε πληροφόρηση για τα ευρωπαϊκά θέματα. Επικράτησε σιωπή…»
Σχεδόν συμφωνούμε. Όμως η διαπίστωση είναι υποκριτική και «λαϊκιστική», διότι γενικά και παλαιότερα τόσο η Ν.Δ. όσο και το ΠΑΣΟΚ απέκρυψαν από το Λαό τους πραγματικούς στόχους της ΕΟΚ/Ε.Ε. Παρά τις εξαγγελίες των «σοσιαλιστών», που υποσχέθηκαν ενημέρωση και Δημοψήφισμα, ο ίδιος ο κ. πρώην Πρωθυπουργός εκβίασε και την είσοδο στην Νομισματική Ένωση με ανακριβή στοιχεία και προκάλεσε τεράστια ζημία στη Χώρα, που ανέτοιμη ρίχτηκε στο λάκκο των λεόντων. Τόσο οι προηγούμενοι αστοί πολιτικοί όσο και ο κ. Κ. Σημίτης απέκρουσαν σχεδόν τον ελεύθερο διάλογο, άσκησαν τρομοκρατική προπαγάνδα και, όπως με τα Μνημόνια, μιλούσαν ανεξέλεγκτα για μονόδρομους και «αδήριτη αναγκαιότητα».
Για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση
Και, πράγματι, διερωτώμενα σήμερα «ποια η βαθύτερη σημασία των Ευρωεκλογών;» για το μέλλον της Ελλάδας, ως Δημοκρατίας, ως πολιτισμού ελευθερίας και Ανθρωπισμού, ως Ορθοδοξίας, όταν η Χώρα είναι υποθηκευμένη σε Γερμανούς και ξένους Τραπεζίτες και η πολιτική ολιγαρχία της συντήρησης και η ψευδοαριστερά της διανόησης πλέει σε ένα πέλαγος εθνομηδενισμού και πατριδοκαπηλείας, αποκομμένες από το επαναστατικό πνεύμα του ’21, χωρίς ένα όραμα ενότητας του Ελληνισμού.
Γι’ αυτό, όπως στο 1821, και στο 2019 οι αγώνες είναι για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση, αφού στη Χώρα την υπεραξία των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Γης και του Πολιτισμού μας την εκμεταλλεύονται νέοι αποικιοκράτες, πίσω από το μηχανισμό των Βρυξελλών της Ε.Ε., ενώ η διαστροφή της ιστορίας και ο εθνομηδενισμός λειτουργούν ως όχημα μιας βάρβαρης οικονομικής παγκοσμιοποίησης, του κέρδους των Αγορών.
Οι ευρωεκλογές δεν αποκτούν σημασία μόνο για την αποτροπή ακροδεξιών φιλοναζιστικών κομμάτων και ιδεολογιών αλλά και για να συνειδητοποιήσουν, αν μπορούν, οι πολίτες, ότι στην Ε.Ε. ο αγώνας πρέπει να γίνει για την αποκάλυψη της νέας υποδούλωσης των λαών σε ανεξέλεγκτα συμφέροντα πολυεθνικών, κυρίως του Βορρά, που έχουν Θεό το κέρδος και όχι τη Δικαιοσύνη. Αυτά προκαλούν και αναζωπυρώνουν ένα νέο Ναζισμό.
Η Ιερά Συμμαχία «’Ελέῳ Θεοῦ» τάχθηκε υπέρ της δουλείας των Λαών και της «νομιμότητας» των Δυναστών
Η πρόδρομος της Ε.Ε. συμμαχία των ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών, στις αρχές του 19ου αιώνα, με το «αντιφραστικό», κατά τον Ι. Καποδίστρια, όνομα «Ιερά Συμμαχία», διαφέρει βέβαια από την Ε. Ένωση (ΕΟΚ) αρκετά, αλλά ο πυρήνας της είναι η επιβολή μιας δουλικής τάξης (ως ειρήνης) και η διαιώνιση του δεσποτικού κατεστημένου της αδικίας.
Ο Ι. Καποδίστριας σε επιστολή-υπόμνημά του 1822, προς τους συμπατριώτες του Έλληνες, όταν πια δεν μπορούσε να προωθήσει την φιλελεύθερη και φιλειρηνική πολιτική του στη Ρωσία υπέρ των Λαών και της Ελλάδας από τη θέση του ως υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας, και παραιτήθηκε, αναφέρεται στην Ελληνική Επανάσταση και στην ανάγκη ομόνοιας και συνετής διαχείρισης, αλλά και στην ανελεύθερη πολιτική των ισχυρών της Ιεράς Συμμαχίας.
Αξίζει να δούμε αποσπάσματα της επιστολής του:
«Έπρεπεν όλοι οι λόγιοι και φρονιμώτεροι των Ελλήνων να έχουν ορθάς ιδέας περί της Ευρωπαϊκής Πολιτικής…
Αλλά και, όσον ηξαίρομεν, δεν απέκτησαν ακόμη οι Έλληνες ομόφωνον και ορθήν γνώμην… Όθεν πηγάζει η σημερινή μεγάλη διχόνοια μεταξύ των διοικούντων και των διοικουμένων…
Αλλά οι… (Ευρωπαίοι)… εσυνδέθηκαν… τόσον σφοδρά, ώστε απεδίωξαν κάθε μερικήν πλεονεξίαν και καταγίνονται να περιορίσουν τον φωτισμόν των ανθρώπων και να οπισθοδρομήσουν την Ευρώπην… ότε αι Δυνάμεις της Ευρώπης έκαμναν ό,τι ήθελαν…
Αλλ’ επειδή εις τούτον τον σκοπόν συντρέχει… η Ρωμαϊκή Εκκλησία (η Καθολική)… και οι ίδιοι οι Λουθηροκαλβίνοι βασιλείς (να) χαϊδεύουν τον Πάπαν …
Συγκεντρώνεται η εξουσία εις τα χέρια ολίγων και ούτοι εκλέγονται μεταξύ παλαιών ευγενών…
Ας αναγνώσει τις τα κηρύγματα των Μεγάλων Δυνάμεων εις την Λουβιάναν, εις τα οποία ομολογούν αναισχύντως ότι, επειδή πάσα δύναμις εκ Θεού έστιν, έπεται άρα ότι μόνοι των οι βασιλείς πρέπει να κάμουν μεταβολάς και διορθώσεις, και ότι ενώπιον μόνον του Θεού χρεωστούν απολογίαν δια τα πράξεις των, οι δε Λαοί…, όσοι ζητήσουν καμίαν διόρθωσιν εις τα πολιτικά των συστήματα [φιλελεύθερη μεταρρύθμιση], είναι όλοι επαναστάτες και άξιοι τρομερών ποινών…
Ο σύνδεσμος ούτος των Δυνάμεων ωνομάσθη αντιφραστικώς «Ιερά Συμμαχία» και αι Καλιφικαί αρχαί της πολιτικής των λέγεται νομιμότης, κατά την οποίαν θυσιάζεται ολόκληρος έθνος, δια να φυλαχθεί ακέραιος η δεσποτική και ανυπεύθυνος εξουσία κάθε βασιλικής φαμελίας…»
(Ε. ΚΟΥΚΚΟΥ, 1988, Ιωάννης Καποδίστριας, σς. 149-158 και 343-4)
Είναι άξιο μνείας το γεγονός ότι ο Ι. Καποδίστριας τη δεκαετία του 1810, αγωνίστηκε με υπομνήματα, προτάσεις, διπλωματικές και πολιτικές ενέργειες να προωθήσει μια φιλελεύθερη και φιλειρηνική πολιτική στην Ευρώπη, έχοντας μπροστά του τις Μεγάλες Δυνάμεις «του παλαιού απολυταρχικού καθεστώτος». Συνέβαλε στην Ομοσπονδιοποίηση των Καντονίων στην Ελβετία, βοήθησε τη Γαλλία για να μη συντριβεί μετά τον Ναπολέοντα, ενθάρρυνε την συνομοσπονδία των γερμανικών κρατιδίων αντί μιας ενιαίας δεσποτικής αρχής, υποστήριξε το σεβασμό των λαών και την αποτροπή επεμβάσεως των ισχυρών κατά της αυτονομίας τους, ώστε να ενισχύεται η αρχή των εθνοτήτων, που ευνοούσε και την Ελλάδα. Με το ίδιο πνεύμα πρώτα ο Καποδίστριας αγωνίστηκε για την αυτονομία της Επτανήσου.
Ο Ι. Καποδίστριας εργάστηκε γενικά σκληρά το 19ο αιώνα για μια άλλη Ευρώπη και όχι την Ιερά Συμμαχία των απολυταρχικών. Υποστήριξε την πολιτική οργάνωση της Ευρώπης με βάση νέους φιλελεύθερους θεσμούς. Τάχθηκε κατά του δουλεμπορίου και των φυλετικών διακρίσεων και αντί των αυτοκρατοριών υποστήριξε ουδέτερες συνομοσπονδίες και την καθιέρωση υπερεθνικών οργανισμών και του θεσμού της διεθνούς διαιτησίας, καθώς και την ενίσχυση των συνταγματικών θεσμών.
(Βλ. Π. Πετρίδη, Η ευρωπαϊκή πολιτική του Ι. Καποδίστρια, «ΙΣΤΟΡΙΚΑ» (12/7-1-2000, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, σσ. 22-27)
Ευρωπαϊκή Ένωση και εθνική πολιτική υπέρβασης
Ο Παναγιώτης Κονδύλης, ως στοχαστής, βέβαια, υπερβαίνει ορισμένα κοινωνικοπολιτικά στερεότυπα, που εγκλωβίζουν τη σκέψη του Νεοέλληνα και αδυνατίζουν την πολιτική κρίση του να οραματιστεί και να αγωνιστεί αυτόνομα για το μέλλον της Ελλάδας, χωρίς εξαρτήσεις.
Έτσι για την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε. και τα κηρύγματα των μονοδρόμων, που τα τελευταία χρόνια των Μνημονίων καταδυνάστευσαν τους πολίτες λόγω των ολιγαρχικών συμφερόντων, γράφει:
«Μόνο μια ισχυρή (και κατ’ ανάγκη αυτάρκης) Ελλάδα θα προσδώσει πολιτικό βάρος στην ευρωπαϊκή ένταξη, όντας σεβαστή στους εταίρους της, όπως δείχνει η καθημερινή εμπειρία. Η ένταξη μόνη της ούτε αποτελεί οικονομική ή πολιτική πανάκεια, ούτε ισχυροποιεί αυτόματα την Ελλάδα μέσα στην ιδιαίτερη γεωπολιτική της περιφέρεια.
Ίσως φαίνεται παράδοξο, αλλά στο πλαίσιο μιας τελεσφόρας και μακροχρόνιας εθνικής πολιτικής, ο εξευρωπαϊσμός και ο εκσυγχρονισμός γενικότερα πρέπει να προχωρήσουν ακριβώς για να μπορεί μια κραταιωμένη Ελλάδα να μην είναι εξάρτημα ή μπαίγνιο της Ευρώπης, για να είναι σε θέση, αν χρειασθεί, να τραβήξει τον δρόμο, που θα της υπαγορεύσουν τα δικά της συμφέροντα, όταν αυτά συγκρουστούν με εκείνα των Ευρωπαϊκών Εταίρων της.
Ώστε η «ευρωπαϊκή ένταξη» διόλου δεν θα λύσει προβλήματα της ελληνικής εθνικής πολιτικής κατά τον ευθύγραμμο τρόπο που φαντάζονται πολλοί Έλληνες «ευρωπαϊστές»…
Όμως, επίσης, δεν θα τα έλυνε μια ελληνοκεντρική αναδίπλωση, η οποία ναι μεν είναι χρήσιμη για να θυμάται κανείς πού και πού ότι, σε τελευταία ανάλυση, πρέπει να σταθεί στα δικά του πόδια… ωστόσο καθίσταται επιζήμια, όταν ως πρόταση συνάπτεται με διάφορες ανιστόρητες ανοησίες, που αντιπαραθέτουν στην «πνευματική» Ανατολή την «υλόφρονα» Δύση κ.λπ.
Η συνήθης αντιπαράθεση των εκσυγχρονιστικών τάσεων προς την καλλιέργεια της εθνικής παράδοσης είναι απλουστευτική και παραπλανητική…
Ο πτωχοπροδρομικός ελληνοκεντρισμός και ο κοσμοπολίτικος πιθηκισμός αποτελούν μεγέθη… συναφή, όσο κι αν φαίνονται φαινομενικά να εκπροσωπούν δυο κόσμους εχθρικούς μεταξύ τους».
(Π.Κ., Πλανητική πολιτική, Αθήνα 1922, ΘΕΜΕΛΙΟ, σ. 174-176)
Θ. Κοινωνός