• Με “δανεισμό” έως 50 χρόνια στο εξωτερικό !!

Με το άρθρο 48 του νόμου 4761/2020 που ψηφίστηκε από τη Βουλή με εισήγηση του Υπουργείου Πολιτισμού, τροποποιείται το άρθρο 45 του κωδικοποιημένου νόμου 3028/2002. Προστίθεται παράγραφος 13.β , η οποία προβλέπει τη δυνατότητα μακροχρόνιου δανεισμού των εκθεμάτων των μουσείων μας για 25 χρόνια, με δυνατότητα παράτασης μέχρι τα 50. Σύμφωνα με το “Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων”, η διάταξη προωθήθηκε υπό την πίεση της ίδρυσης παραρτήματος του “Μουσείου Μπενάκη” στην Αυστραλία. Όμως, τα εκθέματα ήδη εκτίθενται με βάση τις προηγούμενες διατάξεις στη Μελβούρνη επί πενταετία με δυνατότητα παράτασης για άλλα πέντε χρόνια. Στην πραγματικότητα, ο ολισθηρός δρόμος της ουσιαστικής εκποίησης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, που ταιριάζει και με τις μνημονιακές προτεραιότητες, έχει ανοίξει διάπλατα. 

Το κείμενο του νόμου έχει ως εξής:  

“β. Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, επιτρέπεται, για την προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας και εφόσον παρέχονται επαρκείς εγγυήσεις για την ασφαλή μεταφορά, έκθεση και επιστροφή τους, η μακρόχρονη εξαγωγή αντικειμένων των συλλογών μουσείων πλην αυτών της παρ. 2, προκειμένου να εκτεθούν σε μουσεία, μουσειακούς ή εκθεσιακούς χώρους, ιδίως όταν η ονομασία του τόπου έκθεσής τους ταυτίζεται με ή περιέχει εκείνη του εξάγοντος μουσείου και εκτίθενται μόνο δικές τους συλλογές. Με την ίδια απόφαση προσδιορίζονται οι ειδικότεροι όροι της εξαγωγής, καθώς και η διάρκειά της, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τα είκοσι πέντε (25) έτη, δυνάμενη να ανανεώνεται ανά πενταετία και έως είκοσι πέντε (25) έτη. Η παρ. 4 του άρθρου 34 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.”

Μέχρι τώρα, επιτρεπόταν μόνο βραχυχρόνια αποστολή εκθεμάτων ελληνικών μουσείων στο εξωτερικό.

Με τη νέα διάταξη, τα μουσεία μας θα μπορούν να απογυμνώνονται για μεγάλο διάστημα (μιας γενιάς…) από τα εκθέματά τους. Στην αρχή, γινόταν λόγος για…100 χρόνια.

Ο “Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων”

Όπως επισημαίνει ο “Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων” σε συμπληρωματικό του υπόμνημα προς την αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η διάταξη φέρεται ότι εισάγεται με αφορμή την ίδρυση παραρτήματος του Μουσείου Μπενάκη στη Μελβούρνη και εμφανίζεται να μην αφορά μαζική εφαρμογή. Όμως, πέρα από το ότι είναι απαράδεκτη ως φωτογραφική, η διάταξη αυτή ανοίγει ολισθηρούς δρόμους για την ουσιαστική εκποίηση του συνόλου του πολιτιστικού πλούτου της χώρας μας.

Ειδικότερα, τονίζει:

2. Ως προς τη μακροχρόνια εξαγωγή συλλογών Μουσείων (άρθρο 59)

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής της Βουλής, προέκυψε ότι η προτεινόμενη διάταξη αφορά τον σχεδιασμό του Μουσείου Μπενάκη για την ίδρυση παραρτήματος στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, με συλλογές που ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο. Οι συλλογές αυτές ήδη εκτίθενται στη Μελβούρνη ήδη για μία πενταετία, μέσα από τις νόμιμες διαδικασίες εξαγωγής, όπως τις προβλέπει ο Ν. 3028/02, ενώ έχει ζητηθεί παράταση για άλλη μια πενταετία. Σημειώνουμε ότι οι σχετικές παράγραφοι των άρθρων 25 και 34 του Ν. 3028/02 παρέχουν επαρκές πλαίσιο και για μακροχρόνια εξαγωγή, με παρατάσεις ανά πενταετία, αφού ο Νόμος δεν θεσμοθετεί συγκεκριμένο ανώτατο όριο. Θεσμοθετεί όμως συγκεκριμένη διαδικασία, που είναι απαραίτητο να ακολουθείται για τις αρχαιότητες που ανήκουν κατά κυριότητα στο ελληνικό δημόσιο.
 

Σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη έκθεσης στη Μελβούρνη εξυπηρετείται από τις ισχύουσες διατάξεις, ενδεικτικά: “Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, μπορεί να επιτραπεί η προσωρινή εξαγωγή μνημείων, με σκοπό την έκθεσή τους σε μουσειακούς ή παρεμφερείς χώρους, εφόσον παρέχονται επαρκείς εγγυήσεις για την ασφαλή μεταφορά, έκθεση και επιστροφή τους και αφού σταθμιστεί η σημασία της έκθεσης για την προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας ή ενδεχόμενη αμοιβαιότητα ή με σκοπό τη συντήρησή τους ή για ερευνητικούς ή παιδαγωγικούς σκοπούς, εφόσον παρέχονται αντίστοιχες εγγυήσεις και οι σχετικές εργασίες συντήρησης και έρευνας δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν στην Ελλάδα. Στην ίδια απόφαση προσδιορίζονται οι όροι της προσωρινής εξαγωγής και ιδίως η διάρκειά της.” (άρθρο 34, παρ. 11). “Ο δανεισμός γίνεται για ορισμένο χρόνο που δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία και μπορεί να ανανεώνεται με την ίδια διαδικασία” (άρθρο 25, παρ.1)
Κατόπιν των παραπάνω, η αιτιολόγηση της προτεινόμενης διάταξης είναι εξαιρετικά απογοητευτική, τόσο για τις προθέσεις της πολιτικής ηγεσίας, όσο και για την στάση του Μουσείου Μπενάκη.

Στο πλαίσιο των αρχών καλής νομοθέτησης, οι Υπουργοί οφείλουν να μην φέρνουν για ψήφιση στο Κοινοβούλιο φωτογραφικές διατάξεις. Ακόμη περισσότερο οφείλουν να μην χρησιμοποιούν συγκεκριμένες περιπτώσεις ως προκάλυμμα για να στηρίξουν διατάξεις που αλλάζουν άρδην τη μουσειακή πολιτική της χώρας και μάλιστα διατάξεις που ορίζουν τι θα συμβαίνει τα επόμενα… 100 χρόνια! Η επίκληση της εξωστρέφειας ως αιτιολόγηση της διάταξης είναι προσχηματική,  παραπλανητική και γίνεται κατ΄ επίφασιν. Έχει αποδειχθεί ότι οι μεγάλες περιοδικές εκθέσεις που έχει οργανώσει το ΥΠΠΟΑ, ανά τον κόσμο, και έχουν αναδειχθεί σε μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα, αποτελούν κύριες δράσεις εξωστρέφειας, προβολής της χώρας, με προεκτάσεις πολιτιστικής διπλωματίας, χωρίς να χρειάζεται να καταφεύγει σε μακροχρόνιο δανεισμό.
Στερείται δόκιμης πολιτικής ωριμότητας το να παρουσιάζεται η ρύθμιση εξαγωγής ελληνικών αρχαιοτήτων για 100 χρόνια (εν ολίγοις: χωρίς καμία πιθανότητα επιστροφής), το να ανακινείται μια τέτοιου τύπου αλλαγή στα δεδομένα διαχείρισης των ελληνικών αρχαιοτήτων, με αιτιολογική βάση μια πρόσκαιρη ανάγκη του Μουσείου Μπενάκη, η οποία μπορεί κάλλιστα να θεραπευτεί με τη γενναία στήριξη του ΥΠΠΟΑ και βέβαια με τις υπάρχουσες διατάξεις του Ν. 3028/02, όπως προαναφέρθηκαν;

Η ανησυχητική αυτή ρύθμιση σε μία εποχή που το άλλοτε υπερδραστήριο μουσείο Μπενάκη επιχειρεί να επιβιώσει πάση θυσία, θέτει σειρά ερωτηματικών για σχέσεις πολιτικής πατρωνείας που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη θεσμοθέτηση μίας νέας αντίληψης για τις ελληνικές αρχαιότητες ως αντικειμένων συναλλαγής ανάμεσα σε ελληνικά μουσεία και φορείς του εξωτερικού.

Έτσι όπως παρουσιάστηκε το θέμα κατά τη συζήτηση της Επιτροπής, είμαστε υποχρεωμένοι να αναρωτηθούμε: σχετίζεται η βιωσιμότητα του Μουσείου Μπενάκη με την εξαγωγή συλλογών ελληνικών αρχαιοτήτων στη Μελβούρνη; Υπονοείται ότι υπάρχει ή σχεδιάζεται να υπάρξει οικονομικό αντάλλαγμα για το Μουσείο Μπενάκη από τη συμφωνία μακροχρόνου δανεισμού των αρχαιοτήτων που ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο; Θα είναι αυτή η μουσειακή πολιτική του ελληνικού δημοσίου ή/και των ελληνικών μουσείων (ειδικά των ιδιωτικών) από τούδε και στο εξής; Το ΔΣ του Μουσείου Μπενάκη και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ οφείλουν να απαντήσουν ή να κατανοήσουν τι ακριβώς προτείνουν να θεσμοθετηθεί.
 

Θα επαναλάβουμε ότι η σημερινή κατάσταση του Μουσείου Μπενάκη, με την αδυναμία να πληρώσει βασικές λειτουργικές του δαπάνες, αποδεικνύει για ακόμη μία φορά την τεράστια σημασία της κρατικής χρηματοδότησης του πολιτισμού, χωρίς την οποία κανένα μουσείο δεν μπορεί να επιβιώσει, πόσο μάλλον σε αυτή την περίοδο της πανδημίας. Θα επισημάνουμε για μια ακόμη φορά ότι ο πολιτισμός είναι δημόσιο αγαθό, όπως η υγεία, η παιδεία, η πρόνοια, και είναι αναγκαίο να προσφέρεται σε όλους και δωρεάν. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μπορεί η δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το Μουσείο Μπενάκη και η όποια στήριξη προσπαθεί να βρει από το εξωτερικό, να έχουν ως “αντάλλαγμα” την άνευ όρων παράδοση ελληνικών αρχαιοτήτων που ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο, ανοίγοντας την όρεξη σε κάθε λογής Ιδρύματα ή Μουσεία του εξωτερικού να εποφθαλμιούν ότι μπορούν να ανοίξουν δικές τους συλλογές ελληνικών αρχαιοτήτων με τις ευλογίες του ελληνικού δημοσίου.
Τόσο η ρύθμιση, όσο και η αιτιολόγησή της, είναι απαράδεκτες και πρέπει να αποσυρθούν αμέσως.

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *
You may use these HTML tags and attributes: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>