
Με τη συμπλήρωση στις 23 Ιουλίου της τρίτης θλιβερής επετείου από την φονική πυρκαγιά σε Μάτι-Νέο Βουτζά που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 102 συνανθρώπων μας και τεράστιες υλικές καταστροφές, έχει ολοκληρωθεί και η ανάκριση για τις ευθύνες, που εκτός από το πρόσωπο που έκαιγε ξερόχορτα με αποτέλεσμα να εξαπλωθεί αστραπιαία η φωτιά, βαραίνουν και υπεύθυνους της Πυροσβεστικής, της Περιφέρειας Αττικής και της Πολιτικής Προστασίας για πράξεις και παραλείψεις που επέτειναν τον κίνδυνο για τη ζωή των κατοίκων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ανακριτής κ. Μαρνέρης επέμενε ότι οι πράξεις και παραλείψεις αυτές, λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους της αδιαφορίας και τω θέσεων ευθύνης των εμπλεκομένων, δεν είναι προϊόν αμέλειας, αλλά ενδεχόμενου δόλου. Τούτο σημαίνει ότι δεν έγιναν απλώς λάθη στην αντιμετώπιση, αλλά επιδείχθηκε αδιαφορία σε τέτοιο βαθμό που να προκύπτει ότι οι δράστες είχαν αποδεχθεί το καταστρεπτικό αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τη διατύπωση του ανακριτή, όπως έχει διαρρεύσει στα ΜΜΕ, “παρακολουθούσαν αμέτοχοι επί της ουσίας τις εξελίξεις σε Νταού Πεντέλης – Νέο Βουτζά – Μάτι, ωσάν τον Ξέρξη, όταν παρακολουθούσε τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας από τον χρυσό του θρόνο στο όρος Αιγάλεω». Εκτός από αδιαφορία, ο ανακριτής κατηγορεί ορισμένους αρμοδίους και για «συγκάλυψη της πραγματικής εικόνας».
Είναι χαρακτηριστικό ότι τρία αιτήματα του ανακριτή για αναβάθμιση της κατηγορίας σε κακουργηματική για ορισμένα πρόσωπα έχουν απορριφθεί από την εισαγγελία, που μέχρι τώρα εμμένει στις πλημμεληματικές διώξεις. Ήδη, η δικογραφία των 400.000 σελίδων έχει πάρει το δρόμο για το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, που με βούλευμα θα αποφασίσει ποιοι θα διωχθούν ποινικά και με ποιες κατηγορίες. Ενώπιον του Συμβουλίου θα διατυπωθεί και η πρόταση της εισαγγελίας.
Σημειώνεται ότι στη δικογραφία περιλαμβάνεται προϊόν ηχητικής συνομιλίας του αξιωματικού πραγματογνώμονα Δημήτρη Λιότσιου με τον τότε αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος Βασίλη Ματθαιόπουλο, που περιλαμβάνει πιέσεις και απειλές του τελευταίου στον πραγματογνώμονα να συγκαλύψει τα πραγματικά περιστατικά. Παρά το γεγονός ότι δεν αμφισβητείται ότι η συνομιλία είναι προϊόν υποκλοπής, ο εισαγγελέας εισηγείται να περιληφθεί στη δικογραφία, με το σκεπτικό ότι αυτή έγινε στο γραφείο του Ματθαιόπουλου χωρίς τη φυσική παρουσία άλλων μαρτύρων, με αποτέλεσμα να μην έχει ο κ. Λιότσιος άλλο τρόπο να αποδείξει τους ισχυρισμούς του: «Εάν δεν το είχε κάνει, θα έπρεπε να ανεχθεί την άσκηση πίεσης στο πρόσωπό του με σκοπό την αλλοίωση της κρίσης του ως οργάνου επιβοηθούντος τη Δικαιοσύνη ή να υποστεί κυρώσεις». Σημείωνε επίσης πως η επίμαχη συνομιλία δεν ανάγεται στη σφαίρα της προσωπικής και ιδιωτικής ζωής, αλλά «πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των ανατεθειμένων σε αυτούς υπηρεσιακών καθηκόντων. (…) Η εκτέλεση τούτων υπόκειται σε δημόσιο έλεγχο και κριτική».
Για το θέμα αυτό, οι κ.κ. Λιότσιος και Ματθαιόπουλος έχουν αλληλομηνυθεί.
Τον ερχόμενο Νοέμβριο αναμένεται να εκδοθεί το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, που θα αποτελέσει τη μετάβαση από την ανακριτική διαδικασία, η οποία είναι μυστική, στη δημόσια δίκη. Ενόψει του μεγέθους της δικογραφίας, ελπίζουμε να ληφθεί μέριμνα ώστε η δίκη να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατό και να χυθεί άπλετο φως στη υπόθεση, ως ελάχιστος φόρος τιμής στη μνήμη των νεκρών της αποφράδας ημέρας.