
“Ψωμί και αντιφασισμός”
Η Λορέντζα Ροιάτι, ιδιοκτήτρια του αρτοποιείου “L’ attacco ai forni» στο Άσκολι της Ιταλἰας, δέχτηκε δύο φορές επισκέψεις και ελέγχους από την αστυνομία επειδή είχε αναρτήσει πανό με αντιφασιστικά συνθήματα στις 25 Απριλίου, εθνική επέτειο της οριστικής ήττας του φασιστικού καθεστώτος Μουσολίνι, το οποίο μετά την πρώτη ανατροπή του τον Ιούλιο του 1943 από το τότε μοναρχικό καθεστώς, εξακολούθησε να υφίσταται στα κατεχόμενα από τους Γερμανούς εδάφη.

Η αστυνομία δεν επάβαλε κάποια κύρωση, αφού τα πανό δεν μπορούσαν να κριθούν ως παράνομου περιεχομένου. Το ένα έγραφε: “25 Απριλίου: Καλή σαν το ψωμί. Ὄμορφη σαν τον αντιφασισμό”. [ΦΩΤΟ Αριστερά] .Το άλλο στον υπαίθριο πάγκο με τα ψωμιά: “Ψωμί και αντιφασισμός”. [ΦΩΤΟ κορυφής]
Πέρα από τον αστυνομικό έλεγχο, το αρτοποιείο έχει έγινε στόχος προσβλητικών πανό σε ορισμένους δρόμους της πόλης. Ο δήμαρχος της πόλης Φιοραβάντι, προσκείμενος στο “Δημοκρατικό Κόμμα”(Fdi-συνέχεια του Κομμουνιστικού Κόμματος) υπερασπίστηκε την τοπική αστυνομία ισχυριζόμενος ότι έκανε απλώς τη δουλειά της: Ανταποκρινόμενη σε αναφορές πολιτών που έκαναν λόγο για ανατρεπτικού περιεχομένου επιγραφές σε κεντρική πλατεία, αφού έλεγξε ότι τα πανό δεν είχαν παράνομο περιεχόμενο, δεν επέβαλε πρόστιμο, ούτε άλλη κύρωση. Ενώ αφαίρεσε τα υβριστικά πανό, γραμμένα με μαύρη μπογιά.
Αν και η υπόθεση ξεκίνησε από νοσταλγούς του φασισμού που προφανώς προέβησαν στις καταγγελίες, η αστυνομία όφειλε να μην είχε δώσει συνέχεια, αφού με φανερό το περιεχόμενο των πανό, κανένας έλεγχος δεν χρειαζόταν. Το θέμα θα τεθεί και στα νομοθετικά σώματα της χώρας.
Η Λορένζα, έγραψε στον λογαριασμό της στο Instagram «Όσο υπάρχει μόνο ένας φασίστας στο πρόσωπο της γης, υπάρχει ένας καλός λόγος να είμαστε αντιφασίστες. Γι’ αυτό δεν θα μας σταματήσουν ποτέ».
Η εθνική επέτειος της 25ης Απριλίου είναι ενοχλητική για τους πολιτικούς επιγόνους του Μουσολίνι. Οι νεοφασίστες-συνεχιστές της πολιτικής κληρονομίας του Μουσολίνι δεν έπαψαν να υπάρχουν, έστω και ως μειοψηφία. Όμως, ο ευτελισμός των συστημικών κομμάτων και η προσχώρησή τους στην καταστρπτική για τη χώρα πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τούς άφησαν χώρο. Το κόμμα της σημερινής πρωθυπουργού κας Μελόνι, λάμβανε μόλις 5% των ψήφων. Χωρίς να αρνείται τις νεοφασιστικές καταβολές του, αφού διατηρεί ως έμβλημα την τρίχρωμη φλόγα, έχει μεταλλαχθεί σε λαϊκιστικό κόμμα της σκληρής δεξιάς. Επειδή προνόησε -μόνον αυτό- να μη μετάσχει στην κυβέρνηση “εθνικής ενότητας” του “εθνοσωτήρα” Ντράγκι, είδε τα ποσοστά του να εκτοξεύονται στο 25% και να επικυριαρχεί έκτοτε στο πολιτικό σκηνικό. Το γεγονός ότι τα ποσοστά όλων των υπολοίπων κομμάτων που μετείχαν στην κυβέρνηση Ντράγκι συρρικνώθηκαν, λέει πολλά για την απέχθεια που προκαλείται στους Ιταλούς από τους ανθρώπους της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών.
Η κα Μελόνι, όσο κυβερνά, φροντίζει να συμμορφώνεται με τις επιταγές της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών και του ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα, τηρεί κάποια προσχήματα, με παράδειγμα την φορολόγηση των υπερκερδών των Τραπεζών από την αύξηση των επιτοκίων.
Σε αντίθεση με το παλιό πολιτικό σύστημα, και ιδίως το “Δημοκρατικό Κόμμα”, συνέχεια του πάλαι ποτέ κραταιού ΚΚ του Ενρίκο Μπερλιγκουέρ, το οποίο έχει μεταλλαχθεί στον πιο υπάκουο τοποτηρητή των πολιτικών των Βρυξελλών και στυλοβάτη του “Ακραίου Κέντρου”. Οι οποίοι φέρουν ακέραιη την ευθύνη που ο νεοφασισμός βγήκε από το πολιτικό περιθώριο, αφού υπηρέτησαν τα συμφέροντα της Ολιγαρχίας, αφήνοντας πολιτικά ακάλυπτα μεγάλα χειμαζόμενα στρώματα του λαού.