Από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη είναι το ποσοστό συμμετοχής του βιομηχανικού τομέα στο ΑΕΠ της χώρας έχει η Ελλάδα. Με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, που παρουσιάζει ο ιστοχώρος STATISTA στρογγυλοποιημένα, το ποσοστό αυτό στην Ελλάδα ανερχόταν στο 17% το 2022. Όμοιο με της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, που ήταν πρωτοπόροι στη “βιομηχανική επανάσταση” του 19ου αιώνα και έχουν υποστεί αποβιομηχάνιση, ακόμα πιο ραγδαία από αυτή της χώρας μας. Μόνον η Κύπρος με 12% και το Λουξεμβούργο με 10% υστερούν από τις χώρες των οποίων τα στοιχεία παρουσιάζονται.

Στην κορυφή είναι η Νορβηγία με 49%, χώρα που έχει πεισματικά αρνηθεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απόφαση που αποδεικνύεται ορθή εκ του αποτελέσματος. Αφού συνεισέφερε στην διατήρηση της υψηλής βιομηχανικής παραγωγής της, αλλά και στην καλή κατάσταση της οικονομίας της. Τα πετρέλαια της Βόρειας Θάλασσας έχουν συντελέσει σε μεγάλο βαθμό στη δυνατότητα της χώρας αυτής να διατηρήσει την ανεξαρτησία της και το υψηλό επίπεδο της οικονομίας και του κοινωνικού κράτους.

Ακολουθεί η Ιρλανδία με 41%, η οποία παρά τα Μνημόνια που επιβλήθηκαν και σ’ εκείνη, κατάφερε να περισώσει τη βιομηχανική της παραγωγή. Σ’  αυτό συντελεί και η φορολογική της πολιτική, που την έχει καταστήσει “φορολογικό παράδεισο”  για τις επιχειρήσεις.

Η Τσεχία με 30%, είχε από προπολεμικά βιομηχανική ανάπτυξη και η βιομηχανία της διατηρήθηκε μετά την πτώση του “Υπαρκτού Σοσιαλισμού”. Υψηλά είναι και τα ποσοστά των πρώην ανατολικών χωρών, οι οποίες έχουν επωφεληθεί τα μέγιστα από τις μετακινήσεις δυτικών βιομηχανιών μετά τη διεύρυνση της ΕΕ, λόγω του χαμηλού εργατικού κόστους με αντίστοιχη “κινεζοποίηση”.

Το βάρος της βιομηχανίας στην οικονομία της Ευρώπης. Ποσοστό συμμετοχής του βιομηχανικού τομέα στο ΑΕΠ των ευρωπαϊκών χωρών το 2022 σε ποσοστό επί τοις εκατό. Στρογγυλοποιημένα δεδομένα από στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Μέσος όρος Ε.Ε. 23,5% . Πηγή STATISTA. https://fr.statista.com/infographie/28517/part-industrie-dans-le-pib-pays-europe/

Αντίστοιχα, θύματα της αποβιομηχάνισης και της μετατόπισης επιχειρήσεων στις πρώην ανατολικές χώρες είναι η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Για τη Γαλλία έχουμε αναφερθεί στην περίπτωση της εμβληματικής βιομηχανίας παραγωγής αυτοκινητων “Ρενό”, που ενώ ήταν κρατική ιδιωτικοποιήθηκε σταδιακά και μετέφερε χιλιάδες θέσεις εργασίας στο εξωτερικό. Την επιπόλαιότητα των ιθυνόντων της έχει πληρώσει η χώρα αυτή πολύ ακριβά, αφού όπως ήδη έχουμε αναρτήσει, έχει το μεγαλύτερο αρνητικό εμπορικό ισιζύγιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε απόλυτους αριθμούς.

Η Γερμανία μέχρι τώρα έχει καταφέρει με στοχευμένη πολιτική να διατηρήσει τη βιομηχανική της παραγωγή, σε αντίθεση με τη Γαλλία. Η Γερμανία έχει μέχρι τώρα επιβραβευθεί γι’ αυτό διατηρώντας το υψηλότερο εμπορικό ισοζύγιο στην Ε.Ε.. Όμως, η κατάσταση τείνει να αλλάξει επί το δυσμενέστερον και μετά τους Γάλλους, να “αυτοκαταστραφούν” και οι Γερμανοί. Έχουν επιβάλει στη χώρα τους δημοσιονομικούς περιορισμούς ακόμα πιο σκληρούς από αυτούς που έχουν αξιώσει και επιτύχει για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, με την κρίση που δημιουργήθηκε από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις καταστρεπτικές επιπτώσεις των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, η κυβέρνηση δεν μπορεί να επιδοτήσει από τον προϋπολογισμό τον βιομηχανικό τομέα, με αποτέλεσμα και η χώρα αυτή να βρίσκεται πλέον σε τροχιά αποβιομηχάνισης.

Ο βιομηχανικός τομέας της σημερινής Γερμανίας ενδεχομένως να ήταν ακόμη ισχυότερος, χωρίς τον “ξαφνικό θάνατο” της οικονομίας της προσαρτημένης πρώην Ανατολικής Γερμανίας, που επήλθε λόγω της προηγηθείσης εισαγωγής ως νομίσματος του δυτικογερμανικού Μάρκου, τετραπλάσιας αξίας στην αγορά από το ανατολικογερμανικό. Η αναλογία 1 προς 1 τετραπλασίασε τις καταθέσεις των πολιτών, αλλά ταυτόχρονα και το κόστος της παραγωγής, με αποτέλεσμα την κατάρρευσή της, η οποία εσφαλμένα αποδίδεται αποκλειστικά στην πτώση του “Υπαρκτού Σοσιαλισμού”.

Διάγραμμα από τη γαλλική ιστοσελίδα ELUCID που έχουμε παρουσιάσει σε άλλη ανάρτηση. Αρκεί μια σύγκριση με τα στοιχεία της αναλογίας του βιομηχανικού τομέα στο ΑΕΠ για να γίνει αντιληπτό ότι οι χώρες με τη χαμηλότερη αναλογία τείνουν να έχουν και μεγαλύτερα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο. ΠΗΓΗ: ELUCID.

Η Ιταλία καταφέρνει να διατηρεί σχετικά υψηλό (24%) το ποσοστό συμμετοχής του βιομηχανικού τομέα στην οικονομία της, αν ληφθεί υπόψη το δεδομένο ότι η βιομηχανία είναι συγκεντρωμένη στον Βορρά, σε αντίθεση με το νότιο τμήμα της χώρας. Έχει ταυτόχρονα πετύχει να διατηρηθεί και ως ισχυρός εξαγωγέας, με θετικό εμπορικό ισοζύγιο. Παρά το γεγονός ότι στον τομέα του δημόσιου εξωτερικού χρέους έχει καταστεί άκρως προβληματική.

Ο λόγος δεν είναι άσχετος με το γεγονός ότι πριν την διαδικασία εισαγωγής του Ευρώ, έκανε τη μεγαλύτερη χρήση της διολίσθησης του νομίσματός της για να επιτύχει ανάπτυξη. Μέχρι το 1973, 1 ελληνική δραχμή αντιστοιχούσε σε 20 ιταλικές λιρέτες, αναλογία που έφτασε περίπου στο 1 προς 10 πριν την εισαγωγή του Ευρώ, παρά την αντίστοιχη μεγάλη διολίσθηση της δραχμής. Δεν ειναι τυχαίο ότι οι χώρες που είχαν μια τέτοια πολιτική ως εργαλείο ανάπτυξης καιτην έχασαν, υπέστησαν την δυσμενέστερες συνέπειες από την εισαγωγή του Ευρώ, σκληρού νομίσματος κατ’ εικόνα του γερμανικού Μάρκου. Σ’  αυτές περιλαμβάνεται και η Ελλάδα.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *
You may use these HTML tags and attributes: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>