
Του Γιάννη Καρανικόλα
Είναι δυστύχημα και ταυτόχρονα ευτύχημα να γράφουν οι νικητές την Ιστορία από την αρχή. Δυστύχημα κυρίως για τους συγχρόνους τους ηττημένους, αλλά και για τους απογόνους αυτών, εφ’ όσον μπροστά στα μάτια τους συμπλέκεται εμφατικά και αμετάκλητα η πραγματολογική ήττα τους με την εξήγηση αυτής. Και βέβαια η εξήγηση οφείλει να παρέχεται μόνο από τον νικητή. Κι αλλοίμονο αν ο ηττημένος δεν έχει γερή μνήμη, ειδάλλως θα παραμερίσει την εμπειρία που τον σημάδεψε, και θα υιοθετήσει αποκλειστικά την οπτική του αντιπάλου.
Ευτύχημα για όσους έχουν την άνεση-την απόσταση του χρόνου να κοιτάνε πίσω. Γνωρίζουμε πλέον με βεβαιότητα πως η «Αθηναϊκή Συμμαχία» του 5ου π.Χ. αιώνα ήταν ένας τίτλος για τον οποίο οι Αθηναίοι καυχώνταν, αλλά οι σύμμαχοί τους ταπεινωμένοι ανέχονταν. Αντίστοιχα, η «Pax Romana» τον 1ο και 2ο αιώνα μ.Χ. δεν ήταν και τόσο Pax περίοδος για τους γείτονες των Ρωμαίων. Επίσης, ο «Μεσαίωνας» δεν ήταν «σκοτεινός» για τους ανθρώπους της εποχής, παρά μόνο όταν εμφανίστηκαν οι «Διαφωτιστές». Τέλος, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η ήττα του Σοσιαλισμού, δεν συμπίπτει απαραίτητα με τον «μονόδρομο του καπιταλισμού», ασχέτως αν η καπιταλιστική Δύση αυτοανακηρύχθηκε νικήτρια. Με απλά λόγια, το ευτύχημα είναι πως οι νικητές, εκμεταλλευόμενοι την ιστορική συγκυρία και φορώντας τα γυαλιά τους στους συγχρόνους τους, άθελά τους παρέχουν την δυνατότητα σε όποιον υποψιασμένο έρχεται από το μέλλον, να δει ότι τα γυαλιά του παρελθόντος μπορεί να είναι και ‘γυαλαμπούκες’.
Εντούτοις, όλοι οι παραπάνω αυτοχαρακτηρισμοί των εκάστοτε νικητών, εξακολουθούν να γοητεύουν το ευρύ (και ίσως ημιμαθές) κοινό. Ποιός άνθρωπος στο άκουσμα της λέξης «Αθηναϊκή Συμμαχία» δεν «ταξιδεύει» αμέσως στον ένδοξο βράχο της Ακρόπολης και στον Παρθενώνα; Πόσο γαλήνια φαντάζει η Μεσόγειος όταν μιλάμε για «Pax Romana»; Και πόσο βδελυροί φαντάζουν οι Ισπανοί Καρδινάλιοι όταν ακούμε για «Μεσαίωνα»; (άσχετο αν η Ιερά Εξέταση-όσο αυτή έγινε συστηματικά- εγκαινιάστηκε στην Αναγέννηση). Τέλος, πόσο φαιδρές ηχούν οι όποιες σοσιαλιστικές ιδέες και προτάσεις στα αυτιά ενός νεοφιλελεύθερου;
Τα παραπάνω παραδείγματα είναι ενδεικτικά της δυναμικής του φαινομένου που ονομάζουμε «γλώσσα». Βεβαίως, υπάρχουν χώροι που ασχολούνται εκτεταμένα και εις βάθος με το φαινόμενο αυτό. Γλωσσολόγοι, επικοινωνιολόγοι-δημοσιογράφοι και πολιτικοί είναι κάποιοι από αυτούς. Είναι καίριο σε αυτό το σημείο, να διαχωρίσουμε αυτούς που έχουν επιστημονική κατάρτιση σε αυτό που ονομάζουμε «γλώσσα», με αυτούς που έχουν επιστημονική κατάρτιση σε αυτό που ονομάζουμε «γλώσσα» συν πολιτική ισχύ και επιρροή. Καλά μαντέψατε. Οι γλωσσολόγοι έχουν επιστημονική κατάρτιση – σκέτο. Αντίθετα, δημοσιογραφικός και πολιτικός κόσμος έχουν από κοινού συνδυάσει επιστημονική κατάρτιση με πολιτική ισχύ.
Η συγκυρία της πανδημίας του κορωνοϊού αποδεικνύεται αρκετά διαφωτιστική σε αυτό το σημείο. Ήδη από την αρχή του ξεσπάσματος του ιού, καλλιεργήθηκε σε παγκόσμια κλίμακα, συνεργούντων των συνήθων υπόπτων, μια πολεμική ρητορική. Είχε ξεκινήσει για τα καλά ο «πόλεμος κατά του Covid-19», κατ’ αντιστοιχία του «πολέμου κατά των ναρκωτικών» κ.ο.κ. Έτσι, υπάρχουν και οι «μαχητές» που «αντιστέκονται στον εχθρό-εισβολέα», ενώ ο κόσμος ενημερώνεται ανά πάσα ώρα και στιγμή από τους δημοσιογράφους που βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή» των εξελίξεων, όπως μας υπενθυμίζει ανά πάσα ώρα και στιγμή η Κρατική τηλεόραση. Κανείς δεν αμφισβητεί φυσικά πως σε παγκόσμια κλίμακα ιατροί, νοσηλευτές, εργαζόμενοι σε υπεραγορές και εν γένει παροχείς τροφίμων, courierίστες (καμία σχέση με τους καριερίστες), είναι κάποιοι από αυτούς που από το πρωί μέχρι το βράδυ, με κίνδυνο της ζωής τους και ο καθένας με τον τρόπο του, αντιμετωπίζουν τον κορωνοϊό. Σε κάθε περίπτωση όμως, η «κατάσταση πολέμου» παραμένει μία πολύ ισχυρή μεταφορά, κι όχι μία κυριολεξία.
Μια μεταφορά που χρήσιμο θα ήταν να εξεταστούν οι όποιες προεκτάσεις της. Αρχικά, η «μάχη» διεξάγεται σε ένα «μέτωπο» απόν, ή ορθότερα παντού και πουθενά. Άρα, μπορεί και διαπερνά όλες τις πλευρές της ζωής μας. Επίσης, σε κάθε πόλεμο τα αντίπαλα στρατόπεδα έχουν διακηρυγμένους στόχους. Φαίνεται πως διακηρυγμένος στόχος του Covid-19 είναι: «θα ξεκάνω έναν-έναν από εσάς, φτάνοντας μέχρι την άκρη της Γης». Αλλά ποιός είναι ο διακηρυγμένος στόχος ημών των αντιπάλων, των ανθρώπων; Η αντιμετώπιση του κορωνοϊού, που κινήθηκε εμφατικά σε επίπεδο εθνών-κρατών, έδειξε πως στο «συμμαχικό στρατόπεδο» υπάρχουν αρκετοί και ετερόκλητοι διακηρυγμένοι στόχοι. Το μόνο σύνθημα που ίσως ενώνει τα έθνη-κράτη είναι «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» Τέλος, πότε είναι το τέλος; Πολλοί επιστήμονες εκτιμούν ότι το εμβόλιο θα αργήσει, και ένα «δεύτερο κύμα» κορωνοϊού θα μας έχει προλάβει. Εκεί είναι ορθό να μιλάμε για νέο πόλεμο, ή για συνέχιση του ιδίου;
Για όσο χρόνο λοιπόν η ανθρωπότητα επιδίδεται σε έναν «πόλεμο» δίχως τέλος, οι πολίτες είναι υποχρεωμένοι, για την δική τους επιβίωση, να ζουν σε καθεστώς «έκτακτης ανάγκης». Μια «έκτακτη ανάγκη» που επιβάλλει απαγόρευση κυκλοφορίας (κάτι τέτοιο δεν είχε γίνει ούτε στον Α΄ ούτε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρά μόνο για κάποιες ώρες), απαγόρευση διαπροσωπικών σχέσεων και επαφών, εκτός μόνο αν αυτές εκδηλώνονται ψηφιακά. Παράλληλα, διάρρηξη κάθε σχέσεως εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολίτη, εφ’ όσον το πρώτο αποφασίζει ερήμην του δευτέρου, να τον επιβλέπει παντού και πάντοτε, ώστε να τηρηθεί η μονομερής συμφωνία που αυτό έφερε αντισυνταγματικά στο τραπέζι. Αλλά η αντισυνταγματικότητα δεν έχει καμία σημασία εδώ, από την στιγμή που «μαίνεται ο πόλεμος» και όλοι γνωρίζουν πως στρατιωτικά δεν θα επιβιώσεις αν όλοι παίρνουν τις αποφάσεις για όλους. Η υπακοή-«ατομική ευθύνη» είναι ο μόνος σωτήριος δρόμος, ώστε κράτος και πολίτες να αναδειχθούν από κοινού «νικητές». Η ανυπακοή σε μέτρα όπως το προληπτικό κλείσιμο των νεκροταφείων φερ’ ειπείν, με αρχή την Μ. Τρίτη και τέλος άγνωστο (πάλι), θα αναιρούσε την «στρατιωτική ιεραρχία» και θα είχε ως αποτέλεσμα την «κατατρόπωση από τον εχθρό».
Όλη η παραπάνω συστηματική και καθόλου τυχαία ρητορική, επιβεβαιώνεται πως έχει επίδραση στον απλό πολίτη. Ενδεικτικά, πανελλαδική έρευνα που έγινε από την εταιρεία «κάπα research» από τις 15-17 Μαρτίου, έδειξε μεταξύ άλλων πως το 75% θεωρεί τα μέτρα της κυβέρνησης αναγκαία (το 53% απολύτως αναγκαία και το 22% μάλλον αναγκαία), ενώ στο ερώτημα για μια κυβερνητική εφαρμογή που θα παρακολουθούσε τον παλμό ή τα επίπεδα οξυγόνου του πολίτη το 55% δεν είναι αρνητικό (31% ναι και 24% μάλλον ναι). Η εύστοχη υποσημείωση ορισμένων ότι τέτοιου είδους παραχωρήσεις έχουν γίνει εκ μέρους σχεδόν όλων των πολιτών προ πολλού, για χάρη των ιδιωτών-γιγάντων Google, Facebook, κ.λ.π., δεν αναιρεί πως τον σκοτεινό αυτό ρόλο αναλαμβάνει αυτή την φορά και μάλιστα απροκάλυπτα, το ίδιο το Κράτος.
Εκ του παραλλήλου, και μάλιστα από τους ίδιους αυτούς φορείς, αναπτύσσεται μια συγγενής πολεμική ρητορική. Πρόκειται για την «ουδέτερη» επιστήμη, η οποία εκ φύσεως διαχωρίζεται από την «στρατευμένη» πολιτική προσώπων και ομάδων. Δηλαδή, ο ιατρός ο οποίος πριν ήταν «μαχητής» και «μακελάρης» του κορωνοϊού, είναι τώρα ο «ουδέτερος» θιασώτης της μοναδικής αλήθειας την οποία εξασφαλίζει η τέχνη του, ήτοι η επιστήμη του. Η αμηχανία εδώ προκύπτει από την αντίφαση πως ο θιασώτης της μοναδικής και επιστημονικής αλήθειας, αντιμάχεται κάτι εξίσου αληθινό, τον κορωνοϊό. Κι έστω ότι αυτές κι άλλες αλήθειες συνυπάρχουν ταυτόχρονα. Από πού προκύπτει η «ουδετερότητα» του ιατρού-επιστήμονα; Πώς δηλαδή τα διαγγέλματα και οι αποφάσεις του κυρίου Τσιόδρα και των συνεργατών του, παράλληλα με τις μεθόδους και με τα πορίσματά τους, είναι «ουδέτερες» και αποκλειστικά «επιστημονικές»; Η πρώτη βιαστική-αφελής-δημοφιλής απάντηση, είναι πως η επιστήμη λειτουργεί με τον και προς όφελος του ορθού λόγου, ενώ η επιβεβαίωση των πορισμάτων της είναι πάντοτε εμπειρική και απολύτως επαληθεύσιμη. Ως προς τον τρόπο λειτουργίας, αρκεί κανείς να κάνει ένα ταξίδι μέχρι το Άουσβιτς και το Νταχάου, για να διαπιστώσει ότι αυτά τα πρώην στρατόπεδα δεν θα είχαν λερώσει με άπλετο αίμα μια σελίδα της ανθρώπινης ιστορίας, χωρίς την συνδρομή των επιστημόνων και της επιστήμης. Ως προς τα πορίσματα, τουλάχιστον προς το παρόν, ο κορωνοϊός παραμένει στην ουσία του ακατάληπτος, και γίνονται καταληπτές μόνο οι ενέργειές του: Ιατροί-Θεολόγοι σημειώσατε Χ.
Η γνώση μοιάζει με την ενέργεια ως προς την συνεχή μεταβλητότητά της και την μη δυνατότητα καταστροφής της. Είναι αφελές επομένως να θεωρούμε πως οι γνώσεις που εξασφαλίζουν τα σημερινά κράτη, με την αναγκαία συνδρομή της τεχνολογίας, ως προς τον πλήρη έλεγχο και την αστυνόμευση παντός είδους ανθρώπινης δραστηριότητας, θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας όταν και αν βγούμε από το καθεστώς «έκτακτης ανάγκης». Οι εξουσιαστικοί μηχανισμοί όλων των εποχών, ζουν από τέτοιου είδους γνώσεις. Με απλά λόγια, δεν υπάρχει «ουδέτερη» γνώση. Αντίστοιχα, ο πόλεμος δεν είναι κάτι οντολογικά διαφορετικό από την «ειρηνική» πολιτική, όπως υπαινίσσεται η πρώτη ρητορική που εξετάσαμε. Αντίθετα, όπως έλεγε ο Κλαούζεβιτς, ο πόλεμος αποτελεί συνέχιση της πολιτικής επικοινωνίας με άλλα μέσα. Συμπερασματικά, ούτε οι πολιτικοί σταματάνε την πολιτική σε περιόδους «πολέμου», ούτε οι επιστήμονες παραμένουν «ουδέτεροι», είτε έχουμε «πόλεμο», είτε «ειρήνη».
Ο Πλάτωνας, στα πλαίσια της κριτικής του στην ρητορική, αναγνώριζε ότι οι γλωσσικές δραστηριότητες ανήκουν στην αρμοδιότητα της ηθικής, διότι οι γλωσσικές συναλλαγές διέπονται από νόρμες και ηθικές αρχές. Σήμερα αυτό δεν αρκεί. Βασικά στοιχεία της νεωτερικής ζωής μας, όπως αυτό της γλωσσικής ποικιλότητας και της γλωσσικής σχετικότητας, απειλούνται με πρακτικές όπως οι παραπάνω. Όταν λοιπόν τα συστημικά Μ.Μ.Ε. διατυμπανίζουν εμμέσως πλην σαφώς πως ζωή=επιβίωση, χωρίς περαιτέρω διερωτήσεις, αντίλογο κ.λ.π., υποχρεώνουν κάποιον να αλλάξει γλώσσα ή διαλογική μορφή, αναγκάζοντάς τον έτσι να αλλάξει και την μορφή της σχέσης που έχει με τον κόσμο και με τον άλλον.
Τουλάχιστον τα χρόνια της κρίσης, αν όχι και από παλαιότερα, η κομματική ρητορική διαπάλη με την διαστροφή των λέξεων και των σημασιών τους, έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτικής καθημερινότητας. Τα μαργαριτάρια άπειρα. Όταν όμως κυβερνητικές «αργκό» καθιερώνονται στην επικοινωνία, πάντοτε με την επικουρία των Μ.Μ.Ε., το πρόβλημα που είναι ήδη πολιτικό, γίνεται και κοινωνικό. Καθώς «η γλώσσα μεταφέρει καθημερινά πια, τα παραπλανητικά της σχήματα στους πολίτες ως «κώδικες-γέφυρες» μεταξύ αλήθειας και ζωτικού ψεύδους», όπως παρατηρεί ο Γιάννης Βλαστάρης («Λεξικό χωρίς γραβάτα»). Οι τέτοιες γλωσσικές επιλογές επηρεάζουν και την πορεία της σκέψης. Έπειτα, η διαστρεβλωμένη πορεία δημιουργεί και στρεβλά κριτήρια, άρα και πολίτες ανοιχτούς προς χειραγώγηση. Το κοινωνικό πρόβλημα αναβαθμίζεται σε εθνικό, ακόμα και πολιτισμικό. Καθίσταται φανερό επομένως γιατί η καθημερινή εικόνα και το λεξιλόγιο ενός γιατρού πλάι πάντοτε σε έναν στρατιωτικού-στυλ υφυπουργό, δεν είναι «ειρηνική», ή γιατί η αναμετάδοση και αναπαραγωγή τέτοιων εικόνων και σημείων από τα Μ.Μ.Ε., δεν είναι «ουδέτερη».
Καταλήγοντας, αν δεχθούμε την παρατήρηση του Παναγιώτη Κονδύλη, πως η ασυνεχής ροή των ειδήσεων, η οποία συνίσταται από εικόνες και από γλωσσικά σημεία, κατακλύζει κάθε λεπτό την κοινωνία της μαζικής δημοκρατίας ως κοινωνία που κυριολεκτικά ζει από την πληροφορία, τότε πρέπει να προσέχουμε τι τρώμε. Άλλωστε, ο άνθρωπος «οὐκ ἐπ’ ἐπικοινωνιακῷ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται».