
- Η Χ.Δ., όπως για όλους τους λαούς, έτσι και για το λαό της γειτονικής Π.Γ.Δ.Μ. σέβεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και της ελευθερίας, το οποίο όμως δεν μπορεί να είναι ξεκομμένο από το συνολικό πλαίσιο και ενιαίο σύνολο των αρχών του Καταστατικού Χάρτη του Ο.Η.Ε..
- Κατά συνέπεια, εκφράζει την αντίθεσή της στον συνεχιζόμενο αλυτρωτισμό που τρέφει εις βάρος της χώρας μας η κυρίαρχη ιδεολογία στην Π.Γ.Δ.Μ., η οποία ακόμα και μέσω του Συντάγματος , του κρατικού μηχανισμού και του εκπαιδευτικού συστήματος, καλλιεργεί επεκτατικές βλέψεις εις βάρος της Ελλάδας. Μέσω του κατασκευασμένου από το τιτοϊκό καθεστώς της μεταπολεμικής Γιουγκοσλαβίας εθνικιστικού «μακεδονισμού», ο οποίος και σήμερα καλλιεργείται, προβάλλεται η άποψη ότι η σημερινή πρώην γιουγκοσλαβική δημοκρατία είναι τμήμα ευρύτερης περιοχής, η οποία θα πετύχει την εθνική της ολοκλήρωση ως «Μακεδονία» με την προσάρτηση και τμημάτων της Ελλάδας και της Βουλγαρίας.
- Για το σκοπό αυτό, ενώ η Μακεδονία τους τελευταίους αιώνες είναι αποκλειστικά γεωγραφική περιοχή, από το 1945 και μετά, οι κάτοικοι τῆς ΠΓΔΜ εμφανίζονται ως «Μακεδόνες» που απαρτίζουν τη λεγόμενη «μακεδονική» εθνότητα, ενώ η σλαβική γλώσσα που μιλούν έχει βαπτισθεί «μακεδονική» γλώσσα. Σκοπός της παραπάνω μεθόδευσης, είναι η ιστορική κατασκευή και νομιμοποίηση των επεκτατικών βλέψεων του σκοπιανού εθνικισμού σε βάρος των γειτονικών λαών.
- Επισημαίνεται η ευθύνη των μεγάλων δυνάμεων που έχουν συμφέροντα στην περιοχή και αξιοποιούν τον σκοπιανό αλυτρωτισμό για να τα προωθήσουν. Στο όνομα του φιλικού προσανατολισμού της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας προς τη Δύση, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να μην ανακινήσει το ζήτημα που προέκυψε, με τη δημιουργία της πρώην «Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» και την κατασκευή της λεγόμενης «μακεδονικής εθνότητας». Έτσι, ως ομόσπονδο μέλος της πρώην Γιουγκοσλαβίας, τα Σκόπια είχαν την άνεση να καλλιεργήσουν και να επιβάλουν διεθνώς τη δική τους ιστορική κατασκευή. Μετά τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, τα Σκόπια χρησιμοποιήθηκαν ως παράγοντας αστάθειας στο κέντρο των Βαλκανίων, από τους κύκλους εκείνους που επιθυμούν και προωθούν την αλλαγή των μεταπολεμικών συνόρων.
- Επισημαίνουμε τις ευθύνες των ελληνικών πολιτικών ηγεσιών, που επί δεκαετίες αδράνησαν, όσο τα Σκόπια ήταν τμήμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Και τώρα, ενώ τόσα χρόνια το θέμα εκκρεμεί, με χαρακτηριστική προχειρότητα, σπεύδουν να υπακούσουν στις εντολές των ισχυρών που θέλουν τα Σκόπια στὸ ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
- Οι σκοπιανός εθνικισμός έχει προκαλέσει μεταλλάξεις και στον εκκλησιαστικό χώρο, αφού συνέπειά του είναι η δημιουργία της σχισματικής «μακεδονικής εκκλησίας», σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες διώξεις του κανονικού ποιμενάρχη της περιοχής Αρχιεπισκόπου Αχρίδας Ιωάννη εκ μέρους των τοπικών αρχών.
- Κατά συνέπεια, η διοικούσα Εκκλησία έχει κάθε δικαίωμα να λάβει θέσει πάνω σε ένα θέμα, που όχι μόνο είναι ευρύτερου εθνικού ενδιαφέροντος, αλλά και θίγει ζητήματα εκκλησιαστικής τάξης. Καταδικάζουμε, λοιπόν, τις επιθέσεις που έγιναν κατά της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ως εντελώς απαράδεκτες.
- Για τους παραπάνω λόγους, η ΧΔ είναι αντίθετη στην αναγνώριση της ΠΓΔΜ με το όνομα «Μακεδονία», ή παράγωγό του. Σε κάθε περίπτωση, καμμία λύση για την ονομασία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, αν τα Σκόπια δεν αποκηρύξουν ρητά και έμπρακτα τον αλυτρωτικό επεκτατισμό τους. Μέχρι στιγμής, όλες οι «συμβιβαστικές» λύσεις που έχουν προταθεί, απλώς δικαιώνουν την αντίληψη του σκοπιανού εθνικισμού ότι το σημερινό κράτος είναι ένα μόνο τμήμα της ιστορικής Μακεδονίας, με την προσάρτηση των υπόλοιπων «αλύτρωτων» τμημάτων της θα βρει ην ιστορική του «δικαίωση».
- Η «Συμφωνία των Πρεσπών» δικαιώνει το ιστορικό αφήγημα του σκοπιανού Εθνικισμού ότι το σημερινό Κράτος είναι ένα μόνο τμήμα της ιστορικής Μακεδονίας, που με την προσάρτηση των υπόλοιπων αλύτρωτων τμημάτων της θα βρει την ιστορική της «δικαίωση».
- Η ονομασία «Βόρεια Μακεδονία», που ενώ η υιοθέτησή της έναντι όλων προβάλλεται ως «επιτυχία», μπορεί στην πράξη να αποτελέσει όχημα του σκοπιανού αλυτρωτισμού, σε συνδυασμό (α) με την αναγνώριση της γλώσσας ως «μακεδονικής», έστω και με την υποσημείωση ότι ανήκει στην οικογένεια των «Νότιων Σλαβικών γλωσσών», αλλά και (β) της ιθαγένειας ως «μακεδονικής», με μνεία στα ταξιδιωτικά έγγραφα ότι αφορά πολίτες της «Βόρειας Μακεδονίας». Με τον τρόπο αυτό, έμμεσα αλλά με σαφήνεια, αναγνωρίζεται ένα είδος «μακεδονικής» εθνότητας στο γειτονικό λαό και δίνεται εθνοτική διάσταση στη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας.
- Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του αλυτρωτισμού, σύμφωνα με το Άρθρο 7, παρ. 4 της Συμφωνίας θεωρητικά μεν επισημαίνεται ότι η «Βόρεια Μακεδονία» δεν έχει σχέση ιστορικοπολιτισμική με την Ελλάδα, όμως η πολιτική δεν ασκείται βάσει νομικών κειμένων και διακρατικών συμφωνιών, αλλά κυρίως βάσει εμπεδωμένων στο λαό απόψεων, όπως αυτή περί μακεδονικής εθνότητας που καλλιεργήθηκε από την ακραία εθνικιστική κυβέρνηση Γκρουέφσκι όλα τα προηγούμενα χρόνια.
- Κατά συνέπεια, η Χ.Δ. τάσσεται ενάντια στη «Συμφωνία των Πρεσπών», η οποία ακόμα και αν δεν επικυρωθεί τελικά, παράγει ανεπίτρεπτη υποχώρηση και δέσμευση εκ μέρους της ελληνικής πλευράς.
- Τα διμερή θέματα με το γειτονικό Κράτος των Σκοπίων, όπως και σε όλα τα Βαλκάνια, δεν πρέπει να λυθούν υπό την πίεση ξένων Δυνάμεων, όπως τώρα επιχειρείται, αλλά σε πνεύμα φιλίας και καλής γειτονίας των λαών, σε πνεύμα αλληλοσεβασμού και μακριά από εθνικιστικούς ανταγωνισμούς.
- Η Χ.Δ. πιστεύει ότι όπως και στα Σκόπια, η συμφωνία των Πρεσπών πρέπει να κυρωθεί με Δημοψήφισμα στην Ελλάδα, ώστε τον τελικό λόγο να τον έχει ο Λαός.