Εντεινόμενα τα πλήγματα στις εργασιακές σχέσεις
Η αργία της Κυριακής στο στόχαστρο
του Δημήτρη Στρατούλη*
Τα τρία μνημόνια επέφεραν βαρύτατα πλήγματα στους μισθούς στις εργασιακές σχέσεις και στα εργασιακά δικαιώματα.
Κατ’ αρχή με τα δύο πρώτα μνημόνια οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ:
• Κατάργησαν στις 28-2-2012 με Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ) την ισχύουσα τότε Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και μείωσαν τον κατώτερο μηνιαίο μισθό από τα 751 ευρώ μικτά στα 586 ευρώ (500 ευρώ καθαρά) και στα 511 ευρώ (430 καθαρά) για τους νέους κάτω των 25 ετών.
• Κατάργησαν την αρχή της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν επεκτείνονται έκτοτε στα μη μέλη των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων του κλάδου.
• Κατάργησαν την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, δηλαδή της ισχύος της ευνοϊκότερης συλλογικής σύμβασης εργασίας στην περίπτωση που στο πρόσωπο του ίδιου εργαζομένου συντρέχει η εφαρμογή περισσότερων επιπέδων συλλογικών συμβάσεων, λ.χ. επιχειρησιακή και κλαδική.
• Με τη σύντμηση του χρόνου από 6 σε 3 μήνες της μετενέργειας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας οδήγησαν στην εξατομίκευση των μισθών.
• Αύξησαν τα όρια των ομαδικών απολύσεων.
• Στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, κατάργησαν ουσιαστικά τις ΣΣΕ.
• Το 8ωρο και το 5μερο υπονομεύτηκαν συστηματικά.
• Η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας στο εμπόριο διέλυσε κάθε προσωπική και κοινωνική ζωή των εργαζομένων.
• Η μαύρη, αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία γενικεύθηκε μέσα από την πλήρη αποδυνάμωση και διάλυση των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους, που επιχειρήθηκε από τις μνημονιακές κυβερνήσεις.
• Κατάργησαν δώρα και επιδόματα άδειας στους δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους, οι μισθοί – συντάξεις μειώθηκαν δραστικά ενώ διαθεσιμότητες και αξιολογήσεις οδήγησαν σε απολύσεις, αντίθετα στη συνταγματικά κατοχυρωμένη για το δημόσιο τομέα μονιμότητα της εργασίας.
Σε συνέχεια αυτών, επιβλήθηκε στη χώρα μας το 3ο μνημόνιο, που ψηφίστηκε στη Βουλή από τον εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ, τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το ΠΟΤΑΜΙ και τους ΑΝΕΛ.
Το 3ο μνημόνιο έδωσε ένα ακόμη χτύπημα στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Πρόκειται για την επαναφορά της μετενέργειας της ισχύος τους, που πρόσφατα αυξήθηκε από τους 3 μήνες στους 6 με την ψήφιση του νόμου 4331/2015 και την επαναφορά της στους 3 μήνες, στους οποίους είχε μειωθεί με προηγούμενο μνημονιακό νόμο. Προωθήθηκε απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, κατάργηση της Κυριακής Αργίας στο εμπόριο, παρεμπόδιση λήψης αποφάσεων για απεργία.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ μετά την τυπική λήξη του 3ου μνημονίου, παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις της, δεν κατάργησε αλλά διατήρησε άθικτο το άθλιο αντεργατικό καθεστώς, που διαμορφώθηκε από τις μνημονιακές κυβερνήσεις ΝΔ – ΠΑΣΟΚ
Τα πανηγύρια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για δήθεν επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας αποσκοπούσαν στην εξαπάτηση των εργαζομένων.
Η Υπουργός Εργασίας κυρία Αχτσιόγλου με την επέκταση 4 μόνο από τις δεκάδες ισχύουσες Κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ισχυρίστηκε ότι αποκατάστησε αυτό τον καταργημένο από τα μνημόνια θεσμό.
Στην ουσία, όμως, δεν ήταν πραγματική επέκταση, αφού αυτές οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας εξακολούθησαν ν’ αφήνουν απ’ έξω στους συγκεκριμένους κλάδους μεγάλα τμήματα εργαζομένων, που απασχολούνταν σε καθεστώς «ευελιξίας». Εξάλλου, σε άλλες από αυτές προβλέπονταν μείωση μισθών και σε άλλες πάγωμα τους.
Οι προϋποθέσεις, που τέθηκαν για την επαναφορά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, ήταν απαγορευτικές για την επέκτασή τους. Κι αυτό, γιατί τέθηκε ως προϋπόθεση οι επιχειρήσεις -μέλη της εργοδοτικής οργάνωσης να απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου. Αυτό θα διαπιστώνεται, εφόσον οι κλαδικές εργοδοτικές οργανώσεις καταθέτουν, εθελοντικά και όχι υποχρεωτικά, το αρχείο των μελών τους στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας. Στην πλειοψηφία τους δεν το κάνουν, για να μην δίνουν τις προβλεπόμενες αυξήσεις μισθών και για να μην τους φύγουν οι επιχειρήσεις – μέλη τους για τον ίδιο σκοπό.
Επίσης, δεν επανήρθαν αυτά που ίσχυαν για τις συλλογικές συμβάσεις πριν τα μνημόνια, ώστε μετά τη λήξη ή την καταγγελία τους οι όροι τους να συνεχίζουν να ισχύουν για τους μισθωτούς που αφορούν ή για το ξεπάγωμα της χορήγησης περισσότερων από τρεις τριετίες ή για τη μετενέργειά τους. Το ασφυχτικό πλαίσιο, που είχε επιβληθεί στη λειτουργία του ΟΜΕΔ (υποβάθμισή του, μονομερής προσανατολισμός του σε στενά οικονομικά κριτήρια κ.λπ.), συνέχισε να υφίσταται.
Όσο για την αύξηση του μηνιαίου κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ, ως κυβερνητικό πυροτέχνημα προεκλογικής χρήσης, έγινε με την εφαρμογή του μνημονιακού νόμου (ν. 4172/2013), δηλαδή με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, που με βάση τους οικονομικούς δείκτες της χώρας θα μπορεί να αποφασίζει ακόμα και μείωσή του, και όχι με Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που με αυτό το νόμο καταργήθηκε, και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν επανάφερε.
Η κυβέρνηση της ΝΔ λειτουργεί ως εντολοδόχος του ΣΕΒ και της οικονομικής ολιγαρχίας.
Η ΝΔ από τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησής της έδειξε το πραγματικό νεοφιλελεύθερο, ταξικό, εχθρικό προς τους εργαζόμενους και δουλικό προς την οικονομική ολιγαρχία, πρόσωπό της.
Από τον πρώτο μήνα που επανήλθε στην κυβέρνηση κατάργησε και τα εργατικά δικαιώματα, που αποσπασματικά είχε θεσπίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όπως:
– Το βάσιμο του λόγου ατομικής απόλυσης του εργαζομένου, ως απαραίτητο στοιχείο για τη νομική εγκυρότητα της απόλυσης.
– Τη θεσμοθέτηση συνευθύνης για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας του εργολάβου, που απασχολεί προσωπικό τρίτου εργοδότη με συμβάσεις outsourcing.
– Την αναστολή των προθεσμιών παραγραφής των αξιώσεων του εργαζομένου έναντι της εργοδοσίας σε περίπτωση προσφυγής του στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Η κατάργηση της ρύθμισης για την αιτιολόγηση των απολύσεων αποτελεί σκανδαλώδες δώρο στην εργοδοσία και ιδιαίτερα στον ΣΕΒ. Η αιτιολόγηση των απολύσεων είναι ένα προστατευτικό μέτρο για τους εργαζόμενους, που ισχύει σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης.
Ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης ψευδόταν συνειδητά, όταν ισχυριζόταν ότι η αιτιολόγηση των ατομικών απολύσεων δεν εφαρμόζεται πουθενά και ότι η κατάργησή της ωφελεί τους εργαζόμενους. Λειτούργησαν κι αυτός και η κυβέρνηση της ΝΔ ως εθελόδουλοι εντολοδόχοι του ΣΕΒ και της ολιγαρχίας, που πολέμησαν εξ αρχής αυτές τις νομοθετικές ρυθμίσεις. Η δε αναδρομική κατάργησή τους είναι όχι μόνο αντεργατική αλλά και αντισυνταγματική.
Το πολιτικά εξωφρενικό της υπόθεσης είναι ότι η ΝΔ είχε υπερψηφίσει πριν δύο μήνες τη σχετική ρύθμιση, για να εξαπατήσει τους εργαζόμενους προεκλογικά και να τρέξει μετά τις εκλογές να την καταργήσει.
Εργασιακό Νομοσχέδιο: Πιο ελαστικά, πιο φτηνά, πιο εργοδοτικά, πιο ανεξέλεγκτα.
Η κυβέρνηση της ΝΔ αξιοποιεί την πανδημία ως ευκαιρία για επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα, για χαριστικές ρυθμίσεις σε μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα και ικανοποίηση διαχρονικών απαιτήσεων του ΣΕΒ για πλήρη εργοδοτική ασυδοσία.
Πρόσφατα ψήφισε νέο αντεργατικό νόμο για την ακύρωση στοιχειωδών εργασιακών δικαιωμάτων, που περισώθηκαν από τα μνημόνια, όπως το 8ωρο. Επίσης, για αλλαγή του νόμου 1264/1982, 39 χρόνια μετά τη θέσπισή του, για να περιορίσει το συνδικαλιστικό και απεργιακό δικαίωμα. Συγκεκριμένα:
Θα αναφερθώ στην βασική διάταξή του κυβερνητικού νομοσχεδίου, με την οποία θεσπίζεται 10ωρη εργασία στον ιδιωτικό τομέα. Οι επιχειρήσεις θα μπορούν να επιβάλλουν, όποτε θέλουν, με ατομική σύμβαση εργασίας και όχι, πλέον, με συλλογική συμφωνία με την αρμόδια εργατική συνδικαλιστική οργάνωση, δύο επιπλέον ώρες ημερήσιας εργασίας, απλήρωτες, με αντίστοιχη διευθέτηση του χρόνου εργασίας (συμψηφισμό με άδειες, ρεπό, μειωμένο ωράριο) μέσα στο εξάμηνο.
Οι επιτρεπόμενες υπερωρίες αυξάνονται σε 150 ετησίως και γίνονται φθηνότερες για τις επιχειρήσεις.
Η παράταση του ωραρίου κατά δύο ώρες ανατρέπει τη λογική του κατακτημένου από το 1920 8ωρου, αφού δίνεται η δυνατότητα στην επιχείρηση να το καταστρατηγεί. Ουσιαστικά, ακυρώνεται το 8ωρο και νομιμοποιείται το καθεστώς εργασιακής ζούγκλας στον ιδιωτικό τομέα.
Οι απλήρωτες ή οι φθηνότερες υπερωρίες μειώνουν σοβαρά το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, αφού είναι γνωστό ότι περισσότεροι από το 50% των εργαζόμενων της χώρας μας εργάζονται υπερωριακά, για να ενισχύσουν το ισχνό εισόδημά τους. Αντίθετα, οι μεγαλοεργοδότες θα επωφεληθούν, αφού θα μειώσουν τις δαπάνες τους κατά 15% ετησίως.
Δεν δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας σταθερής και πλήρους απασχόλησης και μάλιστα έχουμε και μείωση των θέσεων εργασίας των εποχιακά απασχολούμενων, που – κατά έγκυρες εκτιμήσεις – θα φτάσει τις 100.000 ετησίως.
Υπονομεύεται ο θεσμός των συλλογικών διαπραγματεύσεων και ανατρέπεται και καταργείται το περιεχόμενο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας για το ωράριο κατά παράβαση των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας και του Ελληνικού Συντάγματος.
Ενισχύεται το διευθυντικό δικαίωμα και η αυθαιρεσία των επιχειρήσεων, που λόγω της ανυπαρξίας των δημόσιων ελεγκτικών μηχανισμών και με την απειλή των απολύσεων θα προβαίνουν μονομερώς στην πράξη και χωρίς, πλέον, την συμφωνία των καθ’ ύλη αρμόδιων συνδικάτων σε ανεξέλεγκτη κατάχρηση εφαρμογής αυτού του διευθετημένου ωραρίου. Οι εργαζόμενοι αφήνονται μόνοι και απροστάτευτοι απέναντι στην παντοδύναμη εργοδοσία
Διαταράσσεται η οικογενειακή, κοινωνική, επαγγελματική, θρησκευτική και πολιτιστική ζωή των εργαζομένων, που μετατρέπονται σε «ανθρώπινους διακόπτες, που τους ανοιγοκλείνει ο εργοδότης ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησής του».
Η παρατεταμένη ημερήσια απασχόληση και η εντατικοποίηση της εργασίας, που επιφέρει το 10ωρο, και το 13ωρο μαζί με τις επιτρεπόμενες υπερωρίες, αυξάνει το ενδεχόμενο εργατικών ατυχημάτων, ιδιαίτερα στη χώρα μας που έχει ειδικές κλιματολογικές συνθήκες με μεγάλη ζέστη το καλοκαίρι.
Περιορίζεται η δυνατότητα των μισθωτών να επιλέγουν οι ίδιοι την περίοδο των διακοπών τους και τον χρόνο των διαλειμμάτων κατά το ημερήσιο ωράριό τους, αφού αυτά τα δικαιώματά τους προσαρμόζονται μονομερώς στις ανάγκες της επιχείρησης.
Συμπερασματικά, λοιπόν, με τη συνολική διευθέτηση του χρόνου εργασίας μεταφέρεται εισόδημα από τους εργαζόμενους κατευθείαν στις επιχειρήσεις, αμφισβητείται η ημερήσια οχτάωρη απασχόληση, μπαίνει σε διακινδύνευση ο τρόπος ζωής της εργατικής οικογένειας που έχει θεμελιωθεί στο 8ωρο, αυξάνεται η ανεργία και ο κίνδυνος εργατικών ατυχημάτων, συρρικνώνεται ο ελεύθερος χρόνος των εργαζομένων και συνολικά ανατρέπεται η προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική τους ζωή.
Η Κυριακάτικη Αργία υπονομεύεται, με την προσθήκη κι άλλων κλάδων, επιχειρήσεων και εργασιών σ’ αυτές, που, ήδη, επιτρέπεται η Κυριακάτικη λειτουργία.
Η απεργία, ουσιαστικά, καταργείται στις επιχειρήσεις, που η λειτουργία τους είναι κρίσιμη για το κοινωνικό σύνολο, στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ, αφού τα συνδικάτα υποχρεώνονται σε «ορισμό τουλάχιστον του 33,3 % των εργαζομένων ως προσωπικού στοιχειώδους λειτουργίας» κατά τη διάρκειά της.
Η Γενική Συνέλευση των μελών των συνδικάτων, ως κυρίαρχο όργανο συμμετοχής και έκφρασης της βούλησής τους, ουσιαστικά, ακυρώνεται, αφού θεσπίζεται «συμμετοχή και ψήφος εξ αποστάσεως, ηλεκτρονικώς, ιδίως για τη λήψη απόφασης απεργίας».
Με την ηλεκτρονική ψηφοφορία στις εκλογές των συνδικαλιστικών οργανώσεων ενισχύεται ο εργοδοτικός συνδικαλισμός στον ιδιωτικό τομέα και ο κυβερνητικός συνδικαλισμός τον δημόσιο, λόγω της δυνατότητας παρέμβασης σε αυτές εργοδοτικών ή Διευθυντικών μηχανισμών, αντίστοιχα.
Διευκολύνεται η συγκρότηση εργοδοτικών απεργοσπαστικών μηχανισμών. Η απεργία θα κηρύσσεται παράνομη και θα διακόπτεται, εάν η προφορική ενημέρωση και η διανομή απεργιακών ανακοινώσεων στην είσοδο της επιχείρησης σε εργαζομένους, που την ημέρα της απεργίας προσέρχονται να εργαστούν, χαρακτηριστεί άσκηση ψυχολογικής βίας. Θεσπίζεται αστική ευθύνη για τους συνδικαλιστές.
Όταν μία απεργία πρωτοβάθμιου σωματείου κηρύσσεται παράνομη και καταχρηστική, δεν θα μπορούν τώρα να την επαναπροκηρύξουν και να τη συνεχίσουν ανώτερα συνδικαλιστικά όργανα.
Επιχειρείται περαιτέρω περιορισμός της συνδικαλιστικής δράσης. Η απογραφή σωματείου στο νομοθετημένο ψηφιακό μητρώο εργαζομένων και εργοδοτών, δηλαδή η αποδοχή από αυτά του ψηφιακού «φακελώματός τους καθίσταται προϋπόθεση άσκησης του συνδικαλιστικού δικαιώματος, συλλογικής διαπραγμάτευσης και υπογραφής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Επίσης, ουσιαστικά, ακυρώνεται η προστασία των συνδικαλιστών από απολύσεις.
Το ΣΕΠΕ (Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας) μετατρέπεται σε Ανεξάρτητη Αρχή, ενώ, αντίθετα, λόγω της εργοδοτικής ασυδοσίας που επικρατεί στον ιδιωτικό τομέα, αυτό που χρειάζεται είναι η παραμονή του ως κυρίαρχη δομή στο Υπουργείο Εργασίας και η ενίσχυσή του με προσωπικό, μέσα και ανακριτικές αρμοδιότητες. Έτσι η εκάστοτε κυβέρνηση απεκδύεται κάθε πολιτική ευθύνη για την τήρηση της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας στους χώρους εργασίας μετατρεπόμενη σε «τροχονόμο» της εργοδοτικής αυθαιρεσίας. Η δε εκάστοτε αντιπολίτευση δεν θα μπορεί, πλέον, να ελέγχει κοινοβουλευτικά το ΣΕΠΕ, γιατί οι ανεξάρτητες αρχές δεν υπάγονται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Διευκολύνονται οι ατομικές απολύσεις, αφού οι επιχειρήσεις δεν θα υποχρεώνονται, πλέον, να επαναπροσλάβουν απολυμένους δικαιωμένους από τα δικαστήρια, εάν τους δώσουν μία μικρή πρόσθετη αποζημίωση.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι θεσπίζει θετικές διατάξεις για τηλεργασία πλατφόρμες και εργασιακή παρενόχληση Φύλλο συκής για το 8ωρο και δεν θα υπάρχει ΣΕΠΕ να ελέγχει την εφαρμογή τους.
Η κυβέρνηση με αυτό το νομοσχέδιο επιδιώκει, όχι να προσαρμόσει, τις εργασιακές σχέσεις στις αλλαγές της τεχνολογικής βάσης της παραγωγής και των υπηρεσιών, όπως ισχυρίζεται, αλλά να νομιμοποιήσει την ασυδοσία του κέρδους.
Αντίθετα, οι ανατροπές, που φέρνει η αλματώδης ανάπτυξη των τεχνολογιών στην εργασία, θα πρέπει να είναι στην κατεύθυνση της δημοκρατικής επαναρύθμισής της, και δραστικής μείωσης του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, γιατί, όπως έλεγε και ο Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης «πάντων χρημάτων μέτρον ο άνθρωπος».
Χρειάζεται ΤΩΡΑ Επαναρύθμιση των εργασιακών σχέσεων
Κατάργηση 714 μνημονιακών εφαρμοστικών νόμων και χιλιάδων υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων, που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότησή τους.
Επαναφορά του κατώτερου μισθού στα προ των μνημονίων επίπεδα, δηλαδή στα 751 ευρώ μικτά τον μήνα. Επαναφορά της ΕΓΣΣΕ, ώστε ο κατώτατος μισθός να καθορίζεται με συλλογικές διαπραγματεύσεις εργατικών και εργοδοτικών οργανώσεων και όχι με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας.
Επαναφορά του θεσμικού πλαισίου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που καταργήθηκε με μνημονιακούς νόμους (μονομερής προσφυγή στη μεσολάβηση και διαιτησία, υποχρεωτικότητα, πραγματική επεκτασιμότητα, αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, μετενέργεια των κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, επαναχορήγηση παγωμένων τριετιών, διατήρηση όλων των επιδομάτων μετά τη λήξη της Σ.Σ.Ε. κλπ), και επέκταση του δικαιώματος υπογραφής Σ.Σ.Ε. σε επίπεδο επιχειρηματικών ομίλων.
Πλήρη αποκατάσταση του απεργιακού δικαιώματος.
Αποκατάσταση και αναβάθμιση του εργατικού δικαίου.
Μέτρα ανάσχεσης των απολύσεων με κατάργηση των μνημονιακών νόμων, που τις έκαναν πιο εύκολες και πιο φθηνές για τις επιχειρήσεις.
Ριζική μείωση των ελαστικών μορφών εργασίας στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα προς όφελος της πλήρους και σταθερής εργασίας.
Επαναφορά κυριακάτικης αργίας , οκτάωρου και πενθήμερου.
Κατάργηση των διατάξεων, με τις οποίες επεκτάθηκαν ακόμα περισσότερο και μάλιστα μονομερώς από την εργοδοσία η εκ περιτροπής εργασία, ο δανεισμός, η ενοικίαση και η μερική απασχόληση.
Επαναφορά στο Υπουργείο Εργασίας και Ενίσχυση ρόλου και αρμοδιοτήτων και επαρκή στελέχωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. για να ανακόπτει τη συστηματική παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας και την αδικαιολόγητη μη καταβολής δεδουλευμένων, να περιορίσει την αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία σε συνεργασία με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς του ΙΚΑ, να ενημερώνει τον κόσμο της εργασίας για τα εργασιακά δικαιώματά του, να προλαμβάνει την εργοδοτική παραβατικότητα
Μέτρα περιορισμού αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας καθώς και της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και παραβατικότητας με συνεργασία του ΣΕΠΕ με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς του ΙΚΑ και τα Εργατικά Κέντρα.
Δραστική μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών. 35ωρο – 7ωρο στην προοπτική 30ωρου – 6ώρου.
Διασφάλιση της εργατικής συμμετοχής και του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου στη χώρα μας.
Εργατικοί αγώνες, εναλλακτική πρόταση και μέτωπο να την προωθήσει.
- * Εισήγηση στην η εκδήλωση της εφημερίδας “Χριστιανική” με θέμα “Η απαξίωση της εργασίας από την Ολιγαρχία τον 21ο αιώνα”.
- Ο Δημήτρης Στρατούλης είναι στέλεχος της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ-πρώην αν. Υπουργός Εργασίας και Βουλευτής
Δείτε το βίντεο στο κανάλι της “Χριστιανικής” στο youtube εδώ .
Σύνδεσμος:
- https://xristianiki.gr/wp-admin/post.php?post=8434&action=edit